Μεγάλη Πέμπτη και κατεβαίνω από το "βουνό" να πάω στο γραφείο. Αυτή η απόσταση -κάτι λιγότερο από 30 χιλιόμετρα- άλλες φορές μου φαίνεται ολόκληρο ταξίδι κι άλλες περνάει χωρίς να καταλάβω το για πότε έφτασα. Την Άνοιξη βέβαια, σχεδόν πάντα η διαδρομή είναι ευχάριστη, όπως σήμερα.
Με μουσικό χαλί κάτι ψιλοξεχασμένα ροκάκια που παίζει το ραδιόφωνο, συλλέγω τις εικόνες που προσπερνώ, μία-μία σαν να ήταν μπουκέτο λουλουδιών. Σήμερα, οι εικόνες είναι περισσότερες από ό,τι συνήθως. Πολλές γυναίκες -κυρίως- με τα καλά τους, οδηγούν από το χέρι τα παιδιά προς τις εκκλησίες των χωριών, για να μεταλάβουν. Τα παιδάκια συνηθισμένα από την χαλαρότητα των τελευταίων ημερών, που δεν πηγαίνουν σκολειό, με μαγουλάκια πρησμένα από τον ύπνο, ακολουθούν με τα καινούργια τους παπούτσια, δεν αντιστέκονται καθόλου.
Και να μην ξέρει κανείς το δρόμο, μπορεί να καταλάβει ότι πλησιάζει σε κάποιο χωριό αφού οι ψαλμωδίες από τις εκκλησιές, ακούγονται σε αρκετά μεγάλη απόσταση, σα να θέλουν να ειδοποιήσουν για κάτι τον περαστικό ή μπορεί και να τον προετοιμάζουν. Ίσως - ίσως, να θέλουν να τον αφυπνίσουν. Ακόμα και όλα αυτά μαζί, είναι δυνατόν να συμβαίνουν.
Παρατηρώ τους ασφαλαχτούς εκεί πριν του Καταλούπου, στα καμμένα. Όσο φαρμακερό το τσίμπημά τους, τόσο όμορφα τα άνθη τους. Σαν Σειρήνες τα άνθη σε καλούν να τα πλησιάσεις, να τα θαυμάσεις μα αν θελήσεις να τα κόψεις, θα σε τιμωρήσουν. Γιόμισε ο τόπος παπαρούνες, κοκοράκια, μαργαρίτες και εκατοντάδες αγριολούλουδα που δεν γνωρίζω τα ονόματά τους. Πανέμορφα!
Κυνηγοί που αναζητούν τα απριλιάτικα τρυγόνια, γιομίζουν τα βουνά με εξαρτίσεις και εκπαιδευμένα λαγωνικά και εμφανίζονται μέσα από τους πεύκους ξαφνικά. Όταν τελειώσει αυτή η περίοδος του παράνομου κυνηγιού, τα λαγωνικά που δεν ανταποκρίθηκαν στις προσδοκίες των θηρευτών, εγκαταλείπονται και κάνουν τις δικές τους αγέλες που τριγυρνούν στο βουνό σαν φαντάσματα. Κάποια τυχερά τα περιμαζεύει κανένας ψυχοπονιάρης φιλόζωος. Άλλα πεθαίνουν από ασιτία. Κάποια άλλα τα σκοτώνουν τα αυτοκίνητα στο δρόμο. Λίγα, στην αναζήτησή τους για τροφή, επιτίθενται σε κάποιο κοτέτσι στα κοντινά χωριά και πάνε από το σμπάρο του αφέντη του σπιτιού, που πρέπει να διαφυλάξει την περιουσία του.
Στα χωριά του κάμπου κίνηση. Γυναίκες ασβεστώνουν αυλές, βιαστικά. Έχουν και να βάψουν αυγά σήμερα και να ζυμώσουν κουλούρια και τσουρέκια, για το καλό. Συν τις γεμιστές αγκινάρες με ρύζι, με τη συνοδεία του κουκιού και του μπιζιού, για να κρατήσουμε το αντέτι. Είναι πολλές οι δουλειές και πρέπει να βιαστούν! Το βράδυ εκκλησία, στα 12 Ευαγγέλια.
Κατεβαίνω το Μακρύο Καντούνι, επιτέλους. Σε λίγο φτάνω στη δουλειά. Μια γυναίκα με σατέν πυζάμες, παλεύει να διώξει και το τελευταίο ξερό φύλλο από το πεζοδρόμιό της. Εκείνο αρνείται πεισματικά. Πάει λίγο παρακάτω αλλά επιστρέφει με ένα αεράκι στην αρχική του θέση. Σκύβει και το αρπάζει με το χέρι. Κι εκείνο χάνεται στη σακούλα σκουπιδιών.
Αναζητώ μια θέση στάθμευσης για τουλάχιστον ένα τέταρτο. Κίνηση παντού. Οι επισκέπτες του νησιού άρχισαν να καταφθάνουν. Από χθες με καλούν φίλοι και συγγενείς που κατέβηκαν για Πάσχα, να βρεθούμε. Θα ήθελα όλους να τους δω. Κίνηση. Κάποιοι από τους νοικοκυραίους, κάνουν τα ψώνια του Πάσχα. Η μισοπεθαμένη αγορά, αποκτά πάλι ζωηρό σφυγμό. Από βδομάδα, θα επιστρέψουμε στους γνωστούς ρυθμούς. Κίνηση, φασαρία και βιάση. Δεν μ' ενοχλεί, αρκεί να βρω κάπου να παρκάρω. Και βρίσκω τελικά.
Ανεβαίνω τα σκαλιά του γραφείου και σκέφτομαι : να μην ξεχάσω να πάρω βαφές αυγών. Ο μικρός μας μου έδωσε παραγγελία: "Μαμά, μόνο κόκκινα αυγά! Για να συμβολίζουν το αίμα του Χριστούλη, είπε η κυρία."