Είμαι η Δόκτωρ Ποστ Πουρί. Δόκτωρ Παραφιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Ανέμων και Υδάτων, του Βασιλείου της Μαρμαρυγής.
Δεν γνωρίζω ακριβώς πόσων ετών μπορεί να είμαι. Σίγουρα έχω ζήσει σε διάφορους αιώνες, τόπους, με διάφορους τρόπους. Σε κάθε περίπτωση, ως Δόκτωρ, είχα επιτυχία στις κοινωνικές συναναστροφές. Κάτι έκανε τους ανθρώπους να με εμπιστεύονται και να μου εκμυστηρεύονται τα πάντα ή όσα εγώ επιθυμούσα πραγματικά να μάθω.
Τις ερωτικές ιστορίες των «ασθενών» μου, συνήθιζα να τις καταγράφω σε ένα τετράδιο το οποίο κάποια στιγμή έχασα. Διατηρώ την αμφιβολία αν το άφησα σε κάποιο άλλο Βασίλειο ή το χάρισα σε κάποιον εραστή.
Ωστόσο, καταφέρνω να διατηρώ στη μνήμη μου κάποιες ιστορίες... σαν κι αυτή:
"Η Όμορφη Ελένη"
Η Όμορφη Ελένη, ήταν αστή και φορές αστεία. Το εξοχικό των θείων της που τη φιλοξενούσε, όταν κατάφερνε να αποδράσει από την ασφυκτική αγκαλιά των γονιών της, ήταν μόλις πέντε λεπτά από το δικό μας. Έτσι, κάποια καλοκαιρινά απογεύματα συνηθίζαμε να πίνουμε τσάι μαζί, στην ανατολική βεράντα που είχε θέα στη λίμνη.
Μικρή και χαριτωμένη Όμορφη Ελένη, μόλις που είχε βγει από την εφηβεία. Θυμάμαι με τι εντυπωσιακή αφέλεια της άρεσε να μου εξιστορεί τις ερωτικές τις περιπέτειες, πότε με τον Ξάδερφο Αριστείδη και πότε με τον Δάσκαλο Πιάνου και την αδυναμία που έδειχνε στο πορσελάνινο σερβίτσιο τσαγιού. Στιγμές, μου έδινε την εντύπωση πως ήταν απλά μια ταλαντούχα ηθοποιός με πλούσια φαντασία, που σκαρφιζόταν υπέροχους διαλόγους για να διασκεδάζει την πλήξη του μετα-εφηβικού σταδίου της ζωής της. Με τον καιρό, πείσθηκα πως κάθε της λέξη ήταν αλήθεια.
Δεν ξέρω αν ένοιωθα ζήλια για αυτήν. Ήμουν και παραμένω επιτυχημένη, όμορφη, καλλιεργημένη, πλούσια και κάτοχος –κυρίως αυτό- ενός τίτλου που μπροστά του οι πάντες "κτύπαγαν προσοχές", όπως με διαβεβαιώνει συχνά - πυκνά και ο Αρχηγός Στρατού. Δόκτωρ. Κανονική Δόκτωρ. Με έδρα και τα σχετικά. Δόκτωρ Παραφιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Ανέμων και Υδάτων, του Βασιλείου της Μαρμαρυγής. Όμως το θέμα μας εδώ είναι η Όμορφη Ελένη και όχι εγώ, η δρ. Ποστ Πουρί.
Αχ, η Όμορφη ήταν σπάνιο πλάσμα. Είχε μια υπέροχη, αψεγάδιαστη, λευκή σάρκα και μακριά μαύρα μαλλιά. Τα μάτια της ανάλογα με το ρούχο που την έντυνε, ήταν άλλοτε γκρίζα και άλλοτε πράσινα. Πιστεύω πως τα έχω δει να γίνονται και μελιά... έχουν περάσει χρόνια. Πάντα μύριζε γιασεμί. Δεν ξέρω πως τα κατάφερνε! Τείνω να πιστεύω πως κάποιος εραστής της τής είχε προμηθεύσει κάποιο άρωμα εξ ανατολών το οποίο δεν αποχωριζόταν ποτέ το δέρμα της.
Οι διηγήσεις της ήταν τόσο γλαφυρές, τόσο ζωντανές, που ακόμα κι εγώ η δόκτωρ, δεν μπορούσα να προβάλω καμία αντίσταση στη δύναμη της ηδονής που με καθήλωνε στην βιενέζικη καρέκλα μου. Στην ηδονή που άνοιγε διάπλατα τους πόρους του δέρματός μου και μου χάριζε γλυκά ρίγη χαμηλά στη μέση και στους βουβώνες. Μετά το πέρας κάθε επίσκεψής της, όταν πια αποχωρούσε η Όμορφη Ελένη διαπίστωνα πως το περίτεχνο πλεχτό καναντίδι του καθίσματός μου, ήταν υγρό.
Απολάμβανε τον έρωτα αυτό το κορίτσι και δεν ένοιωθε καμία ενοχή. Ίσως αυτή η απόλυτη απενοχοποίησή της να ήταν αυτό που με τραβούσε περισσότερο από όλα, σε αυτήν. Μια ελευθεριότητα τόσο δύσκολα να υποστηριχτεί σε εκείνες τις Εποχές. Ήταν πράγματι αξιοθαύμαστο το θάρρος της. Είχε αποφασίσει με ιδιαίτερη ωριμότητα πως θα ζούσε για τις σαρκικές απολαύσεις.
Αν καμιά φορά αργούσε να έρθει για το τσάι, ταραζόμουν στην ιδέα πως δεν θα έπαιρνα τη δόση ηδονής στην οποία με είχε εθίσει η νεαρή. Είμαι σχεδόν βέβαιη πως το είχε καταλάβει και σκοπίμως αργούσε, για να ανεβάσει τον πόθο μου, ίσως με σκοπό να ζητήσει κάτι από εμένα. Ίσως πάλι γιατί ήταν τόσο εγωίστρια που ήθελε οι πάντες γύρω της να εθίζονται στα συστατικά της δικής της ηδονής. Από την άλλη, μπορεί να ήταν τόσο έξυπνη που να είχε καταλάβει πως ήταν το μοναδικό πλάσμα στον κόσμο, εκείνη τη περίοδο, που μου χάριζε ηδονή. Μπορεί και τίποτα από όλα αυτά ή και όλα μαζί.
Μου έλεγε για τον Δάσκαλο Πιάνου, πως από την πρώτη φορά που συναντήθηκαν, έπεσα στα δίχτυα της αλλά φοβόταν να κάνει την οποιαδήποτε κίνηση αφού την συναντούσε στο σπίτι των γονιών της. Δεν ήταν καν της τάξεώς της, πως θα μπορούσε να την διεκδικήσει; Κι εκείνη φαινόταν τόσο μα τόσο απροκάλυπτα διαθέσιμη. Έτσι, ένα πρωινό εκεί που της μάθαινε ένα νέο σονέτο στο πιάνο εκείνη έσκυψε και του ψιθύρισε: "Ξέρω πως με ποθείτε και σας ποθώ κι εγώ... Νομίζω πως θα πρέπει να κάνουμε κάτι γι' αυτό". Εκείνος τράπηκε σε τακτική φυγή, φοβούμενος πως αν άφηνε τον εαυτό του ελεύθερο θα έμπλεκε σε μια ιστορία με καταστροφικές συνέπειες για τον ίδιο μα και για την Όμορφη Ελένη.
Στο επόμενο μάθημα εκείνη άρχισε να του μιλάει, για όλα όσα επιθυμούσε να κάνει αυτός στο κορμί της κι αυτή στο δικό του. Δεν αντιστάθηκε παραπάνω ο Δάσκαλος Πιάνου, άφησε τις συγχορδίες και καταπιάστηκε με τις χορδές του κορσάζ της. Το άρωμα γιασεμιού που ανάβλυζε, τον είχε ήδη μετατρέψει σε υποχείριό της, χωρίς αυτός να καταλαβαίνει τι του συμβαίνει.
"Μικρή μου Όμορφη, θα έδινα τα πάντα για εσένα!", της έλεγε γεμάτος απελπισία κι εκείνη η σκληρή, του απαντούσε με αυθάδεια:
"Το μόνο που θέλω από εσάς, είναι η ανταλλαγή σωματικών υγρών. Ξέρετε... είμαι συλλέκτης."
Αυτό τον πλήγωνε γιατί του άφηνε υποψίες πως είχε ερωτικές συναναστροφές και με άλλους άνδρες αλλά το δεχόταν προκειμένου να τη χάσει. Μετά από έναν μήνα, ήταν πλέον τέλειος δούλος του πολλαπλού της οργασμού και δεν υπολόγιζε ούτε τις συνέπειες των πράξεών του αν τυχόν και ανακάλυπτε κάποιος τον κρυφό δεσμό τους.
Μετά από δύο μήνες ερωτικής ανάτασης, η Όμορφη Ελένη όπως μπρούμυτα απλωνόταν πάνω στο μαύρο πιάνο, του ομολόγησε:
"Ξέρετε, δεν με ευχαριστείτε πλέον όπως παλιά. Μόλις και μετά βίας καταφέρνω να ολοκληρώσω μια, δυο φορές σε κάθε μας συνεύρεση. Ουφ... είναι τόσο βαρετό!"
Εκείνος τότε, σηκώθηκε βιαστικά από πάνω της κι έκρυψε γρήγορα το φύλο του μέσα στα ρούχα. Ήταν απίστευτο πως με μια της πρόταση, είχε καταφέρει να καταβαραθρώσει τον ανδρισμό, τον εγωισμό και οπωσδήποτε την μέχρι πρότινος, τέλεια στύση του. Τράπηκε ξανά σε φυγή κι αυτή τη φορά ήταν δεόντως άτακτη. Δεν της είπε κουβέντα. Έφυγε... ο δειλός! Όπως μου το χαρακτήρισε η ίδια η Όμορφη Ελένη, όταν μου περιέγραφε τη σκηνή και γελούσε εις βάρος του.
Ωστόσο, ο Δάσκαλος Πιάνου επέστρεψε μετά από δυο μέρες, την καθορισμένη ώρα του μαθήματος. Έδειχνε σοβαρός και αποφασισμένος να διατηρήσει τη σχέση τους αυστηρώς διδακτική κι εκείνη φάνηκε να το αποδέχεται μόνο που είχε μια πρόταση για τον ίδιο:
"Τόσο καιρό με διδάσκετε πιάνο κι όντως έχω γίνει καλή. Εγώ σας διδάσκω ηδονή αλλά για να γίνεται πραγματικά καλός, θα πρέπει να κάνετε ένα ακόμα μάθημα με αντάλλαγμα έναν σπουδαίο ολόδικό μου οργασμό. Τι λέτε;"
Σκέφτηκε για κάποια μόλις λεπτά και της απάντησε δειλά, όπως του άρμοζε:
"Έναν οργασμό. Και πως θα τον ήθελες τώρα;"
"Σε κάθε περίπτωση... πολλαπλό. Αφού το ξέρετε! Και γιατί μου μιλάτε στον ενικό παρακαλώ;", του απάντησε.
Ενοχλημένος ο Δάσκαλος Πιάνου προσπάθησε να επιτεθεί: "Έτσι θα σου μιλάω πια! Μα πέσμου... Δεν φοβάσαι μην πάθεις κανένα έμφραγμα με τόσους πολλαπλούς οργασμούς;"
Γέλασε δυνατά η Όμορφη Ελένη: "Μα τι κουτός που είστε! Διόλου δεν ανησυχώ! Αν τέτοιο θάνατο μου φύλαξε η μοίρα μου... Ας είναι! Όμως σας παρακαλώ, να μου μιλάτε στον πληθυντικό. Πρέπει να κρατάμε τους τύπους".
Δεν πρόλαβε να της απαντήσει, αιφνιδιαστικά βρέθηκε στο χώρο ο Ξάδερφος Αριστείδης και τον αφόπλισε με τη γύμνια του.
"Κι αφού μόνος σας δεν έχετε και μεγάλη επιτυχία, είπα να ζητήσω οικογενειακή βοήθεια κι αυτό, σας το υπόσχομαι, θα είναι το τελευταίο σας μάθημα." Του δήλωσε η Όμορφη χωρίς να περιμένει καν απάντηση.
Για άλλη μια φορά όμως, εκείνος έφυγε και μόνο από το διάδρομο τον άκουσε να λέει: "Όχι δεν δέχομαι να γίνω Μαγιακόφσκι, δεν μπορώ!" και δεν γύρισε άλλο ποτέ. Ούτε εκείνη τον αναζήτησε φυσικά. Της ήταν εντελώς άχρηστος. Κι όταν κάποτε συναντήθηκαν σε κάποιο δείπνο που διοργάνωσα και σκοπίμως τους προσκάλεσα αμφότερους, δεν αντάλλαξαν τίποτα παραπάνω από έναν τυπικό χαιρετισμό. Εξάλλου, εκείνο το διάστημα η Όμορφη Ελένη, έδινε κι έπαιρνε μαθήματα -μεταξύ άλλων- και στο δική μου κρεβατοκάμαρα.