Τετάρτη 3 Δεκεμβρίου 2008

Για ένα καθαρό σώβρακο




Αφιερωμένο στον Αφέντη



"Θέλω γυναίκα!" άστραψε ο Νιόνιος και βρόντηξε το χέρι στο τραπέζι καθώς σηκώθηκε να πάει προς νερού του. Οι γιοι του αντάλλαξαν στα γρήγορα κάποιες φοβισμένες ματιές και χωρίς κουβέντες αποχώρησαν κι αυτοί με τη σειρά τους από το πατρικό σπίτι.

Ο Νιόνιος στα 72 του έμεινε χήρος αλλά δεν είχε σκοπό να μείνει μόνος, ούτε μια μέρα! Έτσι φανερά ξαλαφρωμένος, βγήκε από την τουαλέτα αποφασισμένος να αποδείξει σε όλους πως το αίτημά του ήταν δίκαιο. Άλλωστε, τα παιδιά του ήξερε πως ήταν αδύνατον να τον καταλάβουν. Τι ανάγκη είχαν αυτά; Το βράδυ ξάπλωναν αγκαλιά με τις γυναικούλες τους, που ήταν πάντα πρόθυμες να τους κάνουν όλα τα γούστα, αν και ομολογουμένως, αυτά ήταν πολύ περιορισμένα.

Το άλλο πρωί σηκώθηκε αχάραγο σχεδόν. Πήγε στα λιοστάσια αν κι έριχνε ψιλόβροχο κι έγινε επίτηδες μούσκεμα μέχρι το κόκαλο. Κι όταν γύρισε στο σπίτι άρχισε να φωνάζει στις νύφες του να του φέρουν καθαρά ρούχα να αλλάξει. Και σώβρακο απαίτησε στεγνό, ενώ είχε φροντίσει αποβραδίς να είναι όλα λερωμένα. Εκείνες τα είχαν πλύνει μα δεν είχαν προλάβει να τα στεγνώσουν αφού ήταν βρεχούμενη η μέρα.

Δεν έχασε καιρό ο Νιόνιος, άρχισε να φωνάζει: "Γι' αυτό θέλω γυναίκα σας λέω! Για να βρίσκω ένα καθαρό και στεγνό σώβρακο, όταν γυρίζω σπίτι μου!". Κι ευθύς αμέσως άρπαξε τη καραμπίνα κι άρχισε να πυροβολεί την απλωμένη μπουγάδα. Να κάτι τρύπες οι σωβρακοφανέλες. Δεν ξέρανε τι να γίνουνε οι νύφες!

Οι μέρες περνάγανε και τα καμώματα του Νιόνιου, όλο και πλήθαιναν, προκειμένου να πείσει τους γιους του πως δεν μπορούσε να ζήσει χωρίς μια γυναίκα στο πλευρό του. Είδαν κι αποείδαν κι αυτοί και του είπαν να κάμει όπως καταλαβαίνει. Έτσι έκαμε ο Νιόνιος, πήγε απέναντι στη Πελοπόννησο και μετά από μια βδομάδα γύρισε ζευγαρωμένος.

Την καλοδέχτηκαν τη νύφη, γιοι και νύφες και της έκαμαν το τραπέζι με ραγού και Αυγουστιάτη πρώτης τάξεως. Κι έπειτα όλοι πήγαν στα κρεβάτια τους, με τις γυναίκες τους.

Τα εγγόνια του Νιόνιου όμως, είχαν σχέδια για το νέο ζευγάρι. Μαζί και τα τρία, πήγαν έξω από το παράθυρο της κάμαρας του παππού τους κι άρχισαν να του φωνάζουν: "Απάνω τσης νόνε! Μης μας ρεζιλέψεις! Βάρτσης!". Ο Νιόνιος, δεν έχασε καιρό. Βγήκε στην αυλή με τα σώβρακα, τα καθαρά πάντως, κι άρχισε να βαράει σμπάρα στον αέρα βλαστημώντας τα εγγόνια του. Η νύφη που να σταθεί! Πέρασε την υπόλοιπη νύχτα της σε ξενοδοχείο της Χώρας και την άλλη μέρα με το πρώτο καράβι, επέστρεψε στο σπίτι της.

Ο Νιόνιος, συνέχισε να βαράει σμπάρα μια τον αέρα και μια τις μπουγάδες, ώσπου μια μέρα, ήρθε η αστυνομία και τον μάζεψε και πέρασε το υπόλοιπο της ζωής του σε ίδρυμα, έγκλειστος, χωρίς γυναίκα και χωρίς καραμπίνα. Με καθαρό όμως το σώβρακο.

Και αυτό το γλυπτό, του Ron Mueck.

9 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Foveros o Nionios!

Geia sou re Dana dunamhhhh!

N.K.

Ατσάραντος είπε...

Πάω να κρύψω την καραμπίνα. Καταργώ και τη μπουγάδα. Από δω και πέρα μόνο στο καθαριστήριο.

P. Kapodistrias είπε...

Τραγικό στην κωμικότητά του...

Unknown είπε...

Γεια σου ΝΚ!

Unknown είπε...

Ατσάραντε, κάμε τα κουμάντα σου. Κανείς μας δεν ξέρει τι του ξημερώνει!

Άβε!

Unknown είπε...

Ακριβώς αυτό αγαπητέ Π.Κ., κωμικοτραγικό!

Κι η ιστορία ετούτη, είναι αληθινή...

Ανώνυμος είπε...

μπες στο chris29-pictures.blogspot.com

Ανώνυμος είπε...

Καλά εκάμανε τα Νιονιάκια...όχι κ να μπει άλλη νόνα στο σπίτι.Και καλά άμα μπει ας έμπαινε Ζακυθινιά τουλάχιστον...

sevial

Unknown είπε...

Έτσι! Ή είμαστε τοπικιστές ή δεν είμαστε!

Καλώς ήρθες Sevial!