Τετάρτη 30 Απριλίου 2008

Πειρασμός














Έστησ' ο Έρωτας χορό με τον ξανθόν Aπρίλη,

Kι' η φύσις ηύρε την καλή και τη γλυκιά της ώρα,
Kαι μες στη σκιά που φούντωσε και κλει δροσιές και μόσχους
Aνάκουστος κιλαϊδισμός και λιποθυμισμένος.
Nερά καθάρια και γλυκά, νερά χαριτωμένα,

Xύνονται μες στην άβυσσο τη μοσχοβολισμένη,

Kαι παίρνουνε το μόσχο της, κι' αφήνουν τη δροσιά τους,

Kι' ούλα στον ήλιο δείχνοντας τα πλούτια της πηγής τους,

Tρέχουν εδώ, τρέχουν εκεί, και κάνουν σαν αηδόνια.

Έξ' αναβρύζει κι' η ζωή, σ' γη, σ' ουρανό, σε κύμα.

Aλλά στης λίμνης το νερό, π' ακίνητό 'ναι κι άσπρο,

Aκίνητ' όπου κι' αν ιδής, και κάτασπρ' ώς τον πάτο,

Mε μικρόν ίσκιον άγνωρον έπαιξ' η πεταλούδα,

Που 'χ' ευωδίσει τς ύπνους της μέσα στον άγριο κρίνο.

Aλαφροΐσκιωτε καλέ, για πες απόψε τί 'δες·

Nύχτα γιομάτη θαύματα, νύχτα σπαρμένη μάγια!

Xωρίς ποσώς γης, ουρανός και θάλασσα να πνένε,

Oυδ' όσο κάν' η μέλισσα κοντά στο λουλουδάκι,

Γύρου σε κάτι ατάραχο π' ασπρίζει μες στη λίμνη,

Mονάχο ανακατώθηκε το στρογγυλό φεγγάρι,

Kι' όμορφη βγαίνει κορασιά ντυμένη με το φως του.

Διονυσίου Σολωμού, Πειρασμός, Σχεδίασμα Γ' από τους Ελεύθερους Πολιορκημένους











Καλή μου Mareld, οι φωτογραφίες από το κινητό μου, δεν είναι ό,τι καλύτερο αλλά μπορούν να σου δώσουν μια γεύση της ζακυθινής φύσης. Το πόστο ετούτο, στο αφιερώνω.

Τρίτη 29 Απριλίου 2008

Η Γυναίκα της Ζάκυθος...κινδυνεύει!

"Ο Άη-Λύπιος", έργο του ζακυθινού ζωγράφου και bloger, Μπάμπη Πυλαρινού


Όταν είπα τση μάνας μου ότι κάνουνε προσπάθεια οι ζακυθινοί blogers, για την πολιτιστική και οικολογική διάσωση του Άη Λύπιου, μου χαμογέλασε πικρά και κούνησε το κεφάλι της.


«Ποιος να το περίμενε μετά από τόσα χρόνια, πως θα χρειαζόταν η παρέμβαση του ίντερνετ, για να διατηρηθεί αυτό που κάποτε αποτελούσε την καθημερινότητά μας. Ποίος να το περίμενε, όταν μικρά παιδιά ετρέχαμε κάτου από τα λιόφυτα με τις φυτούρες στο χέρι, πως θα έπρεπε τώρα να προσπαθήσουμε να κρατήσουμε ζωντανό το πανηγύρι μα και το ίδιο το ξωκλήσι!» μου αποκρίθηκε.


Κι όμως, στο Φιόρο του Λεβάντε, ο γρήγορος πλουτισμός μέσω του τουρισμού, μας κάνει να απομακρυνόμαστε και να απαξιώνουμε τις παραδοσιακές μας συνήθειες με κίνδυνο φυσικά, να χάσουμε εντελώς την ταυτότητά μας. Άλλωστε, πόσοι σημερινοί Ζακυνθινοί, γνωρίζουν πως στον Άγιο Λύπιο διαδραματίζεται το σημαντικότερο έργο της Νεοελληνικής Γραμματείας; Ελάχιστοι…


Δεν θα φλυαρήσω άλλο. Συνδράμω κι εγώ στην προσπάθεια διάσωσης και ανάδειξης του ιστορικού χώρου του Άη Λύπιου, με την ευχή τα pixels των ζακυθινών bloger, να αποφέρουν «καρπούς».


-----------------


Οι ζακυνθινοί blogers ανεβάζουν το θεμελιώδες έργο της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας «Η Γυναίκα της Ζάκυθος» του Διονυσίου Σολωμού, συμπαραστεκόμενοι από κοινού στην προσπάθεια για την ιστορική και οικολογική διάσωση από τον αλόγιστο τουρισμό και ανάδειξη του χώρου του Άη- Λύπιου, όπου διαδραματίζεται το έργο.





Διονυσίου Σολωμού H ΓΥΝΑΙΚΑ ΤΗΣ ZΑΚΥΘΟΣ



ΚΕΦ. 1
1. Εγώ, Διονύσιος Ιερομόναχος, εγκάτοικος στο ξωκλήσι του Αγίου Λύπιου, για να περιγράψω ό,τι στοχάζουμαι, λέγω:
2. Ότι εγύριζα από το μοναστήρι του Αγίου Διονυσίου, όπου είχα πάει για να μιλήσω με ένα καλόγερο για κάτι υπόθεσες ψυχικές,
3. και ήταν η ώρα οπού θολώνουνε τα νερά, και είχα φθάσει στα Τρία Πηγάδια, και ήταν εκεί τριγύρου η γη όλο νερά, γιατί πάνε οι γυναίκες και συχνοβγάνουνε.
4. Εσταμάτησα σε ένα από τα Τρία Πηγάδια, και απιθώνοντας τα χέρια μου στο φιλιατρό του πηγαδιού, έσκυψα να ιδώ αν ήτουν πολύ νερό·
5. και το είδα σκεδόν γιομάτο, και είπα: Δόξα σοι ο Θεός·
6. γλυκιά η δροσιά που στέρνει για τα σπλάχνα του ανθρώπου το καλοκαίρι, μεγάλα τα έργα Του, και μεγάλη η αφχαριστία του ανθρώπου.
7. Και οι δίκαιοι κατά την Θεία Γραφή πόσοι είναι; Και συλλογίζοντας αυτό, επέσανε τα μάτια μου στα χέρια μου οπού ήτανε απιθωμένα στο φιλιατρό.
8. Και θέλοντας να μετρήσω με τα δάχτυλα τους δίκαιους, ασήκωσα από το φιλιατρό το χέρι μου το ζερβί, και κοιτώντας τα δάχτυλα του δεξιού είπα: Τάχα να είναι πολλά;

9. Και αρχίνησα και εσύγκρενα τον αριθμό των δικαίων οπού εγνώριζα, με αυτά τα πέντε δάχτυλα, και βρίσκοντας πως ετούτα επερισσεύανε, ελιγόστεψα το δάχτυλο το λιανό, κρύβοντάς το ανάμεσα στο φιλιατρό και στην απαλάμη μου·
10. και έστεκα και εθεωρούσα τα τέσσερα δάχτυλα για πολληώρα, και αιστάνθηκα μεγάλη λαχτάρα, γιατί είδα πως ήμουνα στενεμένος να λιγοστέψω, και κοντά στο λιανό μου δάχτυλο έβαλα το σιμοτινό του στην ίδια θέση.
11. Εμνέσκανε το λοιπόν αποκάτου από τα μάτια μου τα τρία δάχτυλα μοναχά, και τα εχτυπούσα ανήσυχα απάνου στο φιλιατρό, για να βοηθήσω το νου μου να εύρει κάνε τρεις δίκαιους.
12. Αλλά επειδή αρχινήσανε τα σωθικά μου να τρέμουνε σαν τη θάλασσα που δεν ησυχάζει ποτέ,
13. ασήκωσα τα τρία μου έρμα, και έκαμα το σταυρό μου.
14. Έπειτα, θέλοντας να αριθμήσω τους άδικους, έχωσα το ένα χέρι μες στην τζέπη του ράσου μου, και το άλλο ανάμεσα στο ζωνάρι μου, γιατί εκατάλαβα, αλίμονον!, πως τα δάχτυλα δεν εχρειαζόντανε ολότελα.
15. Και [ο] νους μου εζαλίστηκε από το μεγάλον αριθμό· όμως με παρηγορούσε το να βλέπω πως καθένας κάτι καλό είχε απάνου του.
16. Και μου ήρθε στο νου μου περσότερο από όλους αυτούς η Γυναίκα της Ζάκυθος, η οποία πολεμάει να βλάφτει τους άλλους με τη γλώσσα και με τα έργατα·
17. και γυρεύοντας να ιδώ εάν μέσα σε αυτή την ψυχή, εις την οποίαν αναβράζει η κακία του Σατανά, αν έπεσε ποτέ η απεθύμια του παραμικρού καλού,
18. έπειτα που εστάθηκα να συλλογιστώ καλά, ύψωσα το κεφάλι μου και τα χέρια μου στον ουρανό και εφώναξα: Θε' μου, καταλαβαίνω πως γυρεύω ένα κλωνί αλάτι μες στο θερμό.
19. Και είδα πως ελάμπανε αποπάνου μου όλα τ' άστρα, και εξάνοιξα την Αλετροπόδα οπού με ευφραίνει πολύ.
20. Και εβιάστηκα να κινήσω για το ξωκλήσι του Αγίου Λύπιου γιατί είδα πως εχασομέρησα. Και ήθελα να φθάσω για να περιγράψω τη Γυναίκα της Ζάκυθος.
21. Και ιδού καμία δωδεκαρία ψωρόσκυλα που ηθέλανε να μου εμποδίσουνε το δρόμο.
22. Και μη θέλοντας εγώ να τα κλωτζοβολήσω, για να μην εγγίξω την ψώρα και τα αίματα πού 'χανε, εστοχαστήκανε πως τα σκιάζουμαι,
23. και ήρθανε βαβίζοντας σιμότερά μου· όμως εγώ εκαμώθηκα πως σκύφτω να πάρω πέτρα
24. και έφυγαν όλα και εξεθύμαιναν τα κακορίζικα ψωριασμένα τη λύσσα τους, το ένα δαγκώνοντας το άλλο.
25. Αλλά ένας οπού εδιαφέντευε κάποια από τα ψωρόσκυλα, επήρε και αυτός μία πέτρα
26. και βάνοντας ο άθεος για σημάδι το κεφάλι εμέ του Διονύσιου του Ιερομόναχου, δεν το πίτυχε· γιατί από τη βία τη μεγάλη με την οποίαν ετίναξε την πέτρα, εστραβοπάτησε, και έπεσε.
27. Έτζι εγώ έφθασα στο κελί του Αγίου Λύπιου παρηγορημένος από τες μυρωδίες του κάμπου, από τα γλυκότρεχα νερά, και από τον αστρόβολον ουρανό, ο οποίος εφαινότουνα αποπάνου από το κεφάλι μου μία Ανάσταση.


ΚΕΦ. 2
1. Το λοιπόν, το κορμί της γυναικός, ήτανε μικρό και παρμένο.
2. Και το στήθος σκεδόν πάντα σημαδεμένο από τες αβδέλες που έβανε για να ρουφήξουν το τηχτικό, και αποκάτου εκρεμόντανε δυο βυζιά ωσάν καπνοσακούλες.
3. Και αυτό το μικρό κορμί επερπατούσε γοργότατα, και οι αρμοί της εφαινόντανε ξεκλείδωτοι.
4. Είχε το μούτρο της τη μορφή του καλαποδιού, και έβλεπες ένα μεγάλο μάκρο, αν εκοίταζες από την άκρη του πηγουνιού ώς την άκρη του κεφαλιού,
5. εις την οποία ήτανε μία πλεξίδα στρογγυλοδεμένη, και αποπάνου ένα χτένι θεόρατο.
6. Και όποιος ήθελε σιμώσει την πιθαμή για να μετρήσει τη γυναίκα, ήθελ' έβρει το τέταρτο του κορμιού στο κεφάλι.
7. Και το μάγουλό της εξερνούσε πάντα σάγριο, πότε ζωντανό και πότε πονιδιασμένο και μαραμένο.
8. Και άνοιγε κάθε λίγο ένα μεγάλο στόμα για ν' αναγελάσει τους άλλους, και έδειχνε τα κάτου δόντια τα μπροστινά μικρά και σάπια που εσμίγανε με τα απάνου πού 'τανε λευκότατα και μακρία.
9. Και μ' όλον πού 'τανε νια, οι μηλίγγοι και το μέτωπο, και τα φρύδια, και η κατεβασία της μύτης γεροντίστικα.
10. Πάντα γεροντίστικα, όμως ξεχωριστά όταν ακουμπούσε το κεφάλι της εις το γρόθο το δεξί μελετώντας την πονηρία.
11. Και αυτή η θωριά η γεροντίστικη ήτανε ζωντανεμένη από δυο μάτια λαμπρά και ολόμαυρα, και το ένα ήτανε ολίγο αλληθώρικο.
12. Και εστριφογυρίζανε εδώ και εκεί γυρεύοντας το κακό, και το βρίσκανε και όπου δεν ήτουν.
13. Και μες στα μάτια της άστραφτε ένα κάποιον τι που σ' έκανε να στοχαστείς, ότι η τρελάδα ή είναι λίγο που την άφησε ή κοντεύει να την τρικυμίσει.
14. Και τούτη ήταν η κατοικιά της ψυχής της της πονηρής και της αμαρτωλής.
15. Και εφανέρωνε την πονηρία και μιλώντας και σιωπώντας.
16. Και όταν εμιλούσε κρυφά για να βλάψει τη φήμη του ανθρώπου, έμοιαζε η φωνή της με το ψιθύρισμα του ψαθιού πατημένο από το πόδι του κλέφτη.
18. Και όταν εμίλειε δυνατά εφαινότουνα η φωνή της, εκείνη οπού κάνουν οι άνθρωποι για να αναγελάσουν τους άλλους.
19. Και μ' όλον τούτο, όταν ήτουν μοναχή επήγαινε στον καθρέφτη και κοιτώντας εγέλουνε και έκλαιε.
20. Και εθάρρειε πως είναι η ωραιότερη απ' όσες είναι στα Εφτάνησα.
21. Και ήταν για να χωρίζει ανδρόγενα και αδέλφια, επιδέξια σαν το Χάρο.
22. Και όταν έβλεπε στον ύπνο της το ωραίο κορμί της αδελφής της, εξύπναε τρομασμένη.
23. Ο φθόνος, το μίσος, η υποψία, η ψευτιά, της ετραβούσανε πάντα τα σωθικά,
24. σαν τα βρωμόπαιδα της γειτονιάς, τα βλέπεις ξεντερολοϊσμένα και λερωμένα, να σημαίνουν τα σήμαντρα του πανηγυριού, και βουρλίζουν τον κόσμο.

Εδώ σταματάει, κάπως απότομα, το δεύτερο κεφάλαιο, αφήνοντας έξι σελίδες άγραφες.
Το επόμενο κεφάλαιο, ο Σολωμός το είχε αριθμήσει ― συμβατικά, λέει ο Πολίτης ― πρώτα 18ο και αργότερα 20ό. Ένα είναι βέβαιο: αρχικά, το κεφάλαιο που θα διαβάσουμε τώρα, περιλάμβανε 50 παραγράφους, τις οποίες κατόπι ο Σολωμός υποδιαίρεσε σε 11 + 38 παραγράφους, δημιουργώντας έτσι δύο ανισομεγέθη κεφάλαια.


ΚΕΦ. [3]
1. Και εσυνέβηκε αυτές τες ημέρες, οπού οι Τούρκοι επολιορκούσαν το Μισολόγγι, και σκεδόν ολημέρα και συχνά και τη νύχτα έτρεμε η Ζάκυθο από το κανόνισμα το πολύ·
2. και πολλές γυναίκες Μισολογγίτισες επερπατούσαν τριγύρω γυρεύοντας για τους άνδρες τους, για τα παιδιά τους, για τ' αδέλφια τους, που επολεμούσανε.
3. Στην αρχή εντρεπόντανε νά 'βγουνε και επροσμένανε να βραδιάσει για ν' απλώσουν το χέρι, επειδή δεν ήτανε μαθημένες.
4. Και είχανε δούλους και γίδια, και πρόβατα και βόιδια πολλά.
5. Ακολούθως εβιαζόντανε και εσυχνοτηράζανε από το παρεθύρι τον ήλιο πότε να βασιλέψει για νά 'βγουνε.
6. Αλλά όταν επερισσέψανε οι χρείες, εχάσανε την ντροπή, ετρέχανε ολημερνίς.
7. Και όταν εκουραζόντανε, εκαθόντανε στ' ακρογιάλι, και συχνά ασηκώνανε το κεφάλι ν' ακούσουνε, γιατί εφοβόντανε μη πέσει το Μισολόγγι.
8. Και τες έβλεπε ο κόσμος να τρέχουνε τα τρίστρατα, τα σταυροδρόμια, τα σπίτια, τα ανώγεια και τα χαμώγεια, τες εκκλησίες, τα ξωκλήσια, γυρεύοντας.
9. Και ελαβαίνανε χρήματα, πανιά για τους λαβωμένους,
10. και δεν τους έλεγε κανένας το όχι, γιατί οι ρώτησες των γυναικών ήτανε τες περσότερες φορές συντροφευμένες από τες κανονιές του Μισολογγιού, και η γη έτρεμε αποκάτου από τα πόδια μας.
11. Και οι πλέον πάνφτωχοι εβγάνανε το οβολάκι τους και το δίνανε και εκάνανε το σταυρό τους κοιτάζοντας κατά το Μισολόγγι και κλαίοντας.


ΚΕΦ. [4]
1. Ωστόσο η Γυναίκα της Ζάκυθος είχε στα γόνατα τη θεγατέρα της και επολέμαε να την καλοπιάσει, γιατί ήθελε νά μπει εκεί πού 'τανε το κρεβάτι, και η Γυναίκα δεν ήθελε.
2. Έβαλε, το λοιπόν, το ζουρλάδι τα μαλλιά της αποπίσω από τ' αυτιά, γιατί η ανησυχία τής τά 'χε πετάξει, και έλεγε φιλώντας τα μάτια της θυγατρός της:
3. «Μάτια μου, ψυχή μου, να γένεις καλή, να παντρευτείς, και να βγαίνουμε και να μπαίνουμε, και να διαβάζουμε τη Θεία Γραφή και τη Χαλιμά».
4. Και αφού την εχάιδεψε, και της φίλησε τα μάτια και τα χείλα, την άφησε απάνου στην καθίκλα λέοντάς της: «Να και ένα καθρεφτάκι, και κοιτάξου που εισ' όμορφη και μου μοιάζεις».
5. Και η κόρη, που δεν ήτανε μαθημένη με τα καλά, ησύχασε, και από τη χαρά της εδάκρυσε.
6. Και η Γυναίκα εκίνησε για να πάει εκεί που είναι το κρεβάτι, αλλά άκουσε μεγάλη ταραχή ποδιών, οπού πάντοτες αύξαινε.
7. Και εσταμάτησε κοιτάζοντας κατά την θύρα και φουσκώνοντας τα ρουθούνια της.
8. Και ιδού παρεσιάζονται ομπρός της οι γυναίκες του Μισολογγιού· εβάλανε το δεξί τους στα στήθια και επροσκυνήσανε· και εμείνανε σιωπηλές και ακίνητες.
9. «Και έτζι δα, πώς την κάνουμε; Θα παίξουμε; Τι ορίζετε, κυράδες; Εκάμετε ανεβαίνοντας τόση ταραχή με τα συρτοπάπουτζα, που λογιάζω πως ήρθετε να μου δώσετε πρoσταγές».
10. Και όλες εμείνανε σιωπηλές και ακίνητες· αλλά μία είπε: «Αμ' έχεις δίκιο, είσαι στην πατρίδα σου και στο σπίτι σου, και εμείς είμαστε ξένες και όλο σπρώξιμο θέλουμε».
11. Και ετότες η Γυναίκα της Ζάκυθος αποκρίθηκε: «Κυρά πολύξερη, όλα τα χάσετε, αλλά από εκείνο που ακούω η γλώσσα σάς έμεινε.
12. »Είμαι στην πατρίδα μου και στο σπίτι μου; Και η αφεντία σου, δεν ήσουνα στην πατρίδα σου και στο σπίτι σου;
13. »Και τι σας έλειπε, και τι κακό είδετε από τον Τούρκο;
14. »Δε σας άφηνε φαϊτά, δούλους, περιβόλια; και, δόξα σοι ο Θεός, είχετε περσότερα από εκείνα που έχω εγώ.
15. »Σας είπα εγώ ίσως, να χτυπήστε τον Τούρκο, που ερχόστενε τώρα σε με να μου γυρέψετε και να με βρίσετε;
16. »Ναίσκε! Εβγήκετε όξω να κάμετε παλικαρίες, και κάτι εκάμετε στην αρχή, γιατί επήρετε την Τουρκιά ξάφνου.
17. »Και ποιος εμπόρειε ποτέ του να υποφτεφτεί τέτοια προδοσία; Το θέλει ο Θεός; Δεν ανακατωνόστενε με δαύτον μέρα και νύχτα;
18. »Τόσο κάνει κ' εγώ να τρέξω μες στο ξημέρωμα με το μαχαίρι στο λαιμό του αντρός μου (που να τόνε πάρει ο διάολος).
19. »Και τώρα που βλέπετε πως πάνε τα πράματά σας κατά, θέλτε να πέσει το βάρος απάνου μου.
20. »Καλή, μα το ναι! Αύριο πέφτει το Μισολόγγι, βάνουνε σε τάξη την Ελλάδα τη ζουρλή οι βασιλιάδες, εις τους οποίους έχω όλες μου τες ελπίδες.
21. »Και όσοι μένουνε από τον ξελοθρεμό, έρχονται στη Ζάκυθο να τους θρέψουμε, και με την κοιλιά γιομάτη μας βρίζουνε».
22. Λέοντας, εσώπησε ολίγο, κοιτάζοντας μες στα μάτια τες γυναίκες του Μισολογγιού.
23. «Και έτζι ξέρω και μιλώ και εγώ, ναι ή όχι; Και τώρα δα, τι ακαρτερείτε; Εβρήκετε ίσως ευχαρίστηση να με ακούτε να μιλώ;
24. »Εσείς δεν έχετε άλλη δουλειά πάρα να ψωμoζητάτε· και, να πούμε την αλήθεια, στοχάζουμαι πως θε νά 'ναι μία θαράπαψη, για όποιον δεν ντρέπεται.
25. »Αλλά εγώ έχω δουλειά. Ακούστε; Έχω δουλειά».
26. Και φωνάζοντας τέτοια, δεν ήτανε πλέον το τριπίθαμο μπουρίκι, αλλά εφάνηκε σωστή.
27. Γιατί ασηκώθηκε με μεγάλο θυμό στην άκρη των ποδιών, και μόλις άγγισε το πάτωμα· και εγρύλωσε τα μάτια, και το άβλαφτο μάτι εφάνηκε αλληθώρικο, και το αλληθώρικό 'σιαξε.
28. Και όποιος την έβλεπε να ξανάρθει στην πρώτη της μορφή, έλεγε: Ο διάβολος ίσως την είχε αδράξει, αλλά εμετάνωσε και την άφησε, για το μίσος που έχει του κόσμoυ.
29. Και η θυγατέρα της κοιτάζοντάς την εφώναξε· και οι δούλοι εξαστοχήσαν την πείνα τους, και οι γυναίκες του Μισολογγιού εκατέβηκαν χώρις να κάμουνε ταραχή.
30. Ετότες, η Γυναίκα της Ζάκυθος, βάνοντας την απαλάμη απάνου στην καρδιά της, και αναστενάζοντας δυνατά, είπε:
31. «Θε' μου, πώς μου χτυπάει η καρδιά, που μου έπλασες τόσο καλή!
32. »Με συγχύσανε αυτές οι πόρνες! Όλες οι γυναίκες του κόσμου είναι πόρνες·
33. »αλλά εσύ, κόρη μου, δεν θε νά 'σαι πόρνη σαν την αδελφή μου και σαν τες άλλες γυναίκες του τόπου μoυ.
34. »Κάλλιο θάνατος! Και εσύ, μάτια μου, εσκιάχτηκες; έλα, στάσου ήσυχη, γιατί αν αναδευτείς από αυτή την καθίκλα, κράζω ευτύς οπίσω εκείνες τες στρίγγλες και σε τρώνε».
35. Και οι δούλοι είχαν πάγει στο μαγερίο, χωρίς να καρτερέσουν την προσταγή της Γυναικός, και εκεί άρχισαν να μιλούν για την πείνα τους.
36. Και η γυναίκα ετότες εμπήκε εκεί όπου ήτανε το κρεβάτι.
37. Και σε λίγο άκουσα το κρεβάτι να τρίξει πολύ· και ανάμεσα στο τρίξιμο εβγαίνανε λαχανιάσματα και γογγυσμοί,
38. καθώς κάνουν οι βαστάζοι, όταν οι κακορίζικοι έχουν βάρος εις την πλάτη τους ανυπόφορτο.
39. Και έφυγα από την πέτρα του σκανδάλου, εγώ Διονύσιος Ιερομόναχος, και ότι έβγαινα από τη θύρα του σπιτιού απάντηξα τον άνδρα της Γυναικός, οπού ανέβαινε.

Εδώ ο Σολωμός είχε αφήσει άγραφες δύο σελίδες.
Το επόμενο κεφάλαιο φαίνεται να τον βασάνισε περισσότερο από κάθε άλλο στην πρώτη μορφή. Ουσιαστικά, καθαρογραμμένες είναι μονάχα οι 4 πρώτες παράγραφοι -το υπόλοιπο κείμενο φαίνεται να ανήκει σε λίγο υστερότερη επεξεργασία, η οποία ωστόσο κατέληξε εν μέρει σε μια χωριστή καθαρογραμμένη σελίδα. Η δυσκολία προφανώς οφειλόταν κυρίως στον συμβατικά υπερφυσικό χαρακτήρα αυτού του κεφαλαίου, και πιθανώς στην επιθυμία του Σολωμού να σώσει κάτι από το πρώτο σχεδίασμα των «Ελεύθερων Πολιορκισμένων».


KEΦ. [5]
1. Και ακλούθησα τες γυναίκες του Μισολογγιού, οι οποίες εστρωθήκανε στ' ακρογιάλι, και εγώ ήμουνα αποπίσω από μία φράχτη και εκοίταζα.
2. Και κάθε μία έβαλε το χέρι και έβγαλε ό,τι και αν εμάζωξε, και εκάμανε ένα σωρό.
3. Και μία απ' αυτές, απλώνοντας το χέρι, και ψηλαφίζοντας το γιαλό: «Αδελφάδες», εφώναξε,
4. »ακούτε, αν έκαμε ποτέ τέτοιο σεισμό σαν και τώρα το Μισολόγγι: ίσως νικάει, ίσως πέφτει».
...........................................................................................................................................
Και εκίνησα για να φύγω και είδα αποπίσω από την εκκλησία (ιδές πώς τη λένε) μία γριούλα όπου είχε στήσει ανάμεσα στα χόρτα μικρά κεράκια, και έκαιε λιβάνι, και τα κεράκια στην πρασινάδα ελάμπανε και το λιβάνι ανέβαινε ― και ασήκωνε τα ξερόχερα παίρνοντας από το λιβάνι, και κλαίοντας και αναδεύοντας το ξεδοντιασμένο στόμα επαρακάλειε. Και εγώ
...........................................................................................................................................
Ετότες εταραχτήκανε τα σωθικά μου, και έλεγα πως ήρθε ώρα να ξεψυχήσω. Και ευρέθηκα σε σκοτεινό τόπο και βροντερό, που εσκιρτούσε σαν κλωνί στάρι στο μύλο που αλέθει ογλήγορα, ωσάν το χόχλο στο νερό που αναβράζει. Ετότες εκατάλαβα πως εκείνο ήτανε το Μισολόγγι. Αλλά δεν έβλεπα μήτε το κάστρο, μήτε το στρατόπεδο, μήτε τη λίμνη, μήτε τη θάλασσα, μήτε τη γη που επάτουνα, μήτε τον ουρανό. Πολιορκισμένους και πολιορκούμενους [sic] και όλα τα έργα τους και όλα τα πάντα, τα εκατασκέπαζε μαυρίλα και πίσσα γιομάτη λάμψη, βροντή, και αστροπελέκι. Και ύψωσα τα χέρια μου και τα μάτια μου να κάμω δέηση. Και ιδού μες στην καπνίλα μία μεγάλη γυναίκα με φόρεμα μαύρο σαν του λαγού το αίμα, όπου η σπίθα έγγιζε και εσβενότουνα. Και με φωνή που εφαινότουνα πως νικάει την ταραχή του πολέμου, άρχισε:

Το χάραμα επήρα
του ήλιου το δρόμο
κρεμώντας τη λύρα
τη δίκαιη στον ώμο.
Κι απ' όπου χαράζει
ώς όπου βυθά κ.τ.λ.
...........................................................................................................................................
Και ότι είχε αποτελειωμένα τα λόγια της η θεά, οι δικοί μας εκάνανε φοβερές φωνές για τη νίκη που εκάνανε. Και οι δικοί μας και όλα μού εγίναν άφαντα, και τα σωθικά μου πάλι φοβερά εταραχτήκανε, και μου φάνηκε πως εκουφάθηκα και εστραβώθηκα ― Και σε λίγο είδα ομπρός μου τη γριούλα, και τα κεράκια ήταν λιωμένα και εμείνανε τα στερνά λιώματα στα χορτάρια, και το λιβάνι τελειωμένο. Και η γριούλα οπού μου έλεγε: «Δόξα σοι ο Θεός, ιερομόναχε, έλεα πως κάτι σού 'ρθε. Σέ 'κραζα, σε κούνεια, και δεν άκουγες τίποτες, και τα μάτια σου εσταμάτηζαν στον αέρα, ενώ τώρα στα στερνά η γης εσκιρτούσε σαν το χόχλο στο νερό που αναβράζει ― τώρα ότι έπαψε, που ετελειώσανε τα κεράκια και το λιβάνι. Λες οι δικοί μας να εκερδέσανε;». Και εκίνησα με το Χάρο μες στην καρδιά μου να φύγω. Και η γριούλα, έπειτα που [μου] φίλησε το χέρι, κάνοντας μία μετάνοια, είπε: «Και τι παγωμένο πού 'ναι το χέρι σου».


ΚΕΦ. [6]
1. Και εκοίταξα τριγύρου, και δεν έβλεπα τίποτες, και είπα:
2. Ο Κύριος δεν θέλει να ιδώ άλλο, και γυρίζοντας το πρόσωπο όπου ήταν οι πλάτες μου εκίνησα για να πάω στον Άι Λύπιο.
3. Αλλά άκουσα να τρέμει η γη αποκάτου από τα πόδια μου, και πλήθος αστραπές εγιόμοζαν τον αέρα, πάντα αυξαίνοντας τη γοργότητα και τη λάμψη,
4. τόσο που έσπρωξα ομπρός τα χέρια μου καθώς κάνει ο άνθρωπος οπού δεν έχει το φως του.
5. Και εβρέθηκα οπίσω από ένα καθρέφτη, ανάμεσα σ' αυτόνε και στον τοίχο· και ο καθρέφτης είχε τον ψήλο της κάμερας.
6. Και μία φωνή δυνατή και ογλήγορη μου εβάρεσε στο δεξί μου αυτί, λέγοντας:
7. «Ω Διονύσιε lερομόναχε, τα μέλλοντα θε να γίνει τώρα για σε παρόν· ακαρτέρει και βλέπεις εκδίκησην του Θεού».
8. Και μία άλλη φωνή, ομοίως λεπτή, μου εμουρμούρισε στο ζερβί μου αυτί τα ίδια λόγια, τραυλίζοντας.
9. Και αυτήν [η] δεύτερη φωνή ήτανε ενού γέρου που εγνώρισα, όμως εθαύμαξα γιατί ήταν η πρώτη φορά που άκουα την ψυχή του ανθρώπου να τραυλίζει.
10. Και εκοίταξα ανάερα για να ξανοίξω πούθεν εβγαίνανε αυτές οι φωνές, και δεν είδα παρά τους δυο χοντρούς και μακριούς πέρονους που εβγαίνανε από τον τοίχο, στους οποίους ακουμπούσε ο καθρέφτης δεμένος από τη μέση.
11. Και μη ξανοίγοντας τίποτες, αναστέναξα βαθιά, και καθώς κάνει ο άνθρωπος οπού βρίσκεται γελασμένος, αγρίκησα μυρωδιά από λείψανο,
12. και εβγήκα απόκει, και εκοίταξα, τριγύρου και είδα:
13. Είδα αντίκρυ από τον καθρέφτη, στην άκρη της κάμερας, ένα κρεβάτι· και εφαινότουνα πως δεν ήτουνα μέσα τίποτες, και απάνου πολύ μύγα κουλουμωτή.
14. Και απάνου στο προσκέφαλο είδα σα μία κεφαλή ακίνητη e mince σαν εκείνες που κάνουνε στα χέρια τους και στα στήθια τους οι πελαγίσοι με το βελόνι.
15. Και είπα μέσα μου: ο Κύριος μού έστειλε ετούτη τη θέα, για σύμβολο σκοτεινό της θέλησής του.
16. Για τούτο εγώ, παρακαλώντας θερμά τον Κύριον να καταδεχτεί να με βοηθήσει για να καταλάβω αυτό το σύμβολο, εσίμωσα το κρεβάτι.
17. Και ανανοήθηκα πως κάτι αναδεύτηκε μες στα σεντόνια που ήτανε λερωμένα, ξεντερολοϊσμένα και αιματωμένα.
18. Και κοιτάζοντας καλύτερα στην εικόνα του προσκέφαλου, εταραχτήκανε τα σωθικά μου, γιατί από ένα κίνημα που έκαμε με το στόμα εγνώρισα τη Γυναίκα της Ζάκυθος που εκοιμότουνα σκεπασμένη από το σεντόνι ώς το λαιμό, όλη φθαρμένη από το τηχτικό.


ΚΕΦ. [7]
1. Αλλά εκαλοκοίταξα εκείνον τον ύπνο, και εκατάλαβα που ήθελε βαστάξει λίγο, για να δώσει τόπο του αλλουνού, πού 'ναι χώρις ονείρατα.
2. Και επειδή εκεί μέσα δεν ήτανε ούτε φίλος, ούτε δικός, ούτε γιατρός, ούτε πνεματικός, εγώ, Διονύσιος Ιερομόναχος, έσκυψα, και με τα καλά τής έλεγα να ξαγορευτεί.
3. Και αυτή εμισάνοιξε το στόμα της και έδειξε τα δόντια της, ακλουθώντας να κοιμάται.
4. Και ιδού η πρώτη φωνή, η αγνώριστη, που μού 'πε στο δεξί αυτί: «Η δύστυχη θρέφει πάντα στο νου της φούρκες, φυλακές, και Τούρκους που νικάνε και Γραικούς οπού σφάζονται.
5. »Τούτη τη στιγμή ένα βλέπει στον ύπνο της, το πράγμα που πάντοτες απεθύμουνε: ήγουν την αδελφή της που διακονεύει και για τούτο την είδες τώρα που εχαμογέλασε».
6. Και η δεύτερη φωνή, που εγνώριζα, εξαναείπε τα ίδια λόγια τραυλίζοντας, και κάνοντας ένα σωρό όρκους καθώς εσυνηθούσε:
7. «Αλήθεια μα-μα-μαααα την Παναγία, α-α-α-αλήθεια μ-μ-μ-μα τον Άι Νικόλα, αλ-λ-λ-λήθεια, μααααα τον Άι Σπυρίδωνα, αλήθεια μα τ' αγνάχραρα-χραχρα-γράχναντα μυστήρια του Θεού».
8. Ξάφνου η Γυναίκα έβγαλε το χέρι από το σεντόνι και εχτύπησε, και οι μύγες ασηκωθήκανε.
9. Και ανάμεσα στη βουή οπού εκάνανε, άκουσα τη φωνή της Γυναικός, οπού εφώναζε: «Όξω, πόρνη, από 'δω· δε σου δίνω μήτε ένα ψίχαλο!»
10. Και ετίναξε το χέρι όξω από το κρεβάτι σα για να διώξει μακρία την αδελφή της που της φαινότουνα πως ήλθε να διακονέψει.
11. Και εξεσκεπάστηκε σκεδόν όλη, και εφάνηκε ένα ψοφογάτζουλο που ήτανε σκεπασμένο από την κροπιά, και έρχεται ένας ανεμοστρούφουλας, και το ξεσκεπάζει.
12. Αλλά σπρώχνοντας το χέρι της όξω από το κρεβάτι για να διώξει την αδελφή της, εχτύπησε σε μια κάσα πεθαμένου, που εβρέθηκε εκεί ξάφνου, και εκόπηκε το όνειρο της αμαρτωλής.
13. Και άνοιξε τα μάτια της· και βλέποντας την κάσα ανατρίχιασε, γιατί εσκιάχτηκε μη τη βάλανε εκεί στοχάζοντάς τηνε πεθαμένη.
14. Και ετοιμαζότουνα να φωνάξει δυνατά για να δείξει πως δεν επέθανε, αλλά ιδού προβαίνει από την κάσα μια κεφαλή γυναίκεια φθαρμένη και αυτή από το τηχτικό, που αγκαλά και πλέον ηλικιωμένη, πολύ της έμοιαζε.
15. Τραβιέται, πηδάει στη ζερβιά του κρεβατιού, αλλά εχτύπησε τη μούρη της σε μίαν άλλη κάσα και όξω από αυτή ένα κεφάλι γέρου, και ήτανε ο γέρος που εγνώριζα.
16. Και έτζι εγνώρισα ότι έμελλε της Γυναικός βρεθεί, πριν ξεψυχήσει, ανάμεσα στον πατέρα της και στη μάνα της.
17. Και έφριξα και έστριψα στην αντίκρυ μερία το πρόσωπό μου, και εξανάσανε το μάτι μου στον καθρέφτη, ο οποίος δεν έδειχνε παρά τη Γυναίκα μοναχή.
18. Γιατί τα σώματα των άλλων δυο ησυχάσανε στο μνήμα τους, από τα οποία θα πεταχτούν όταν βαρέσει η Σάλπιγγα.
19. Μαζί μ' εμέ το Διονύσιο τον Ιερομόναχο, μαζί με τη Γυναίκα της Ζάκυθος, μαζί με όλα τα τέκνα του Αδάμ στη μεγάλη κοιλάδα του Ιωσαφάθ.
20. Και άρχισα να συλλογιστώ απάνου στη δικαιοσύνη του Θεού, που θε νά 'ναι αυτή την ημέρα φανούσιμη· και το μάτι (προσηλωμένο στον καθρέφτη) εσυγχίστηκε από το λογισμό.
21. Αλλά ακολούθως ο λογισμός εσυγχίστηκε από το μάτι.
22. Επειδή, στριφογυρίζοντας εγώ έπειτα τα μάτια εδώ και εκεί, καθώς κάνει ο άνθρωπος που συλλογίζεται πράμα δύσκολο που πολεμάει να καταλάβει,
23. είδα από την κλειδωνότρουπα, που κάτι εμπόδιζε το φως· και εβάστουνε πολληώρα και έπειτα εξαναφαινότουνα,
24. και ακουότουνα ακολούθως ένα μουρμουρητό στην άλλη κάμερα· και δεν εκαταλάβαινα τίποτες· και εξανακοίταξα στο μέρος della νisiοne.
25. Και ήτανε μεγάλη σιωπή, και δεν άκουες να βουίζει μήτε μια μύγα από τόσο πλήθος· γιατί ήτανε όλες μαζωμένες εις τον καθρέφτη,
26. ο οποίος εις πολλά μέρη επαράσταινε το χρώμα del νelο που το βάνουνε όταν λείπει για πάντα κανένας από τη φαμελιά.

Εδώ ακολουθεί άλλο ένα προβληματικό κεφάλαιο. Αρχικά ο Σολωμός είχε καθαρογράψει μονάχα τις δύο πρώτες παραγράφους και είχε αφήσει κενή την υπόλοιπη σελίδα ― ωστόσο, στην επόμενη σελίδα συνεχίζει, μάλλον χωρίς ουσιώδες χάσμα με τα προηγούμενα, αλλά χωρίς να αριθμεί τις παραγράφους. Οπωσδήποτε, τούτο είναι το πιο σύντομο από όλα τα κεφαλαία της πρώτης μoρφής.


ΚEΦ. [8]
1. Αλλά η μάνα της, χωρίς να κοιτάξει κατά την θύρα, χωρίς να κοιτάξει τη θεγατέρα της, χωρίς να κοιτάξει κανέναν, αρχίνησε:
2. «Ετούτη τη στιγμή το μάτι και το αυτί του παιδιού σου σε παραμονεύει από την κλειδωνότρουπα, και σε απομακραίνει γιατί σκιάζεται το κακό σου· και έτζι έκαμε[ς] και εσύ μ' εμέ.
...........................................................................................................................................
[3] «Για τούτο σόδωσα την κατάρα μου εις την πίκρα της ψυχής μου, όταν ασήμαιναν όλες οι εκκλησίες την ημέρα του Πάσχα,
[4] »σ' την ξανάδωσα μία ώρα πριν ξεψυχήσω, και τώρα σ' την ξαναδίνω, κακό και ανάποδο θηλυκό,
[5] »και η τρίδιπλη κατάρα θέλει είναι αληθινή και ενεργητική στο κορμί σου και στην ψυχή σου, καθώς είναι αληθινά και ενεργητικά στον φαινούμενο και στον αόρατο κόσμο τα τρία προσώπατα της Αγίας Τριάδας».
[6] Έτζι λέοντας έβγαλε ένα ζωνάρι που ήτανε του ανδρός της, το χουχούλισε τρεις φορές και το πέταξε μες στα μούτρα της.
[7] Ετότε ο γέρος ανακατώθηκε μες στην κάσα του, ασήκωσε το δάχτυλο κατά τη θεγατέρα του και ετραύλισε την κατάρα του.

«Kεφάλαιον ύστερον» ονόμασε εξαρχής ο Σολωμός το τελευταίο κεφάλαιο που θα διαβάσουμε εδώ. Αργότερα πρόσθεσε άλλο ένα «Kεφάλαιον ύστερον» και ακόμη αργότερα σχεδίασε ένα περαιτέρω «capitοΙο uItimο». Όμως για μας, τώρα, «Η Γυναίκα της Ζάκυθος» τελειώνει ως εξής:


Kεφάλαιον ύστερον
1. Και ο πατέρας και η μάνα αναληφτήκανε. Και η Γυναίκα, μονάχα ετότες άκουσε δύναμη να μπορέσει να πεταχτεί,
2. και εχύθηκε πηδώντας ψηλά, σαν τ' άστρο το καλοκαίρι, που στον αέρα χύνεται δέκα οργιές άστρο.
3. Και εβρέθηκε στον καθρέφτη, στον οποίον εχτύπησε, και οι μύγες εφύγανε, και εβουίζανε στο πρόσωπό της.
4. Και αυτή, λογιάζοντας πως ήταν οι γονέοι της, που την αδράχνανε από το μούτρο, έτρεχε εδώ και εκεί
5. ανοιγοκλειώντας τη φούχτα κάτι νά 'βρει για διαφέντεψη, και ήβρηκε το ζωνάρι, και με κείνο άρχισε να χτυπάει,
6. και όσο εχτυπούσε, τόσο οι μύγες εβουίζανε, και τόσο αυτή εκατατρόμαζε, όσο που τέλος πάντων έχασε το νου της ολότελα.
7. Και τρέχοντας με το κοντό πουκάμισο, που είχε κάμει κοντό από τη φιλαργυρία της, έπαιξε το μάτι της στον καθρέφτη
8. και εσταμάτηξε, και δεν εγνώρισε τον εαυτό της, και άπλωσε το δάχτυλό της και αναγέλασε.
9. «Ω κορμί! Ω κορμί! Τι πουκάμισο; Ε! Καταλαβαίνω εγώ· και ποιος πονηρός μπορεί να μου κρύψει την πονηρία του; Εκείνο το πουκάμισο με κάνει να καταλάβω πως καμώνεται τρέλα για να 'ν' έτοιμο να κριματίσει.
10. »Αλλά ποιος νά 'ναι; Μα την αλήθεια, που της μοιάζει ολίγο: αα! εισ' εσύ, μπομπόκορμο, βρωμοπόρνη, μυγόχεσμα του σπιταλιού, τζίμπλα της γουρούνας, γαϊδούρα, κροπολόγα, σκατή!
11. »Να τέλος πάντων ό,τι σου επροφήτεψα· και οι χίλιοί σου ηγαπημένοι; Δεν σ' έμεινε μήτε δισκάρι να διακονεύεις με δαύτο.
12. »Είσαι στα χέρια μου· τι θέλεις να σου κάμω, ψυχικό; Τώρα σ' το κάνω. Να ιδώ α' σου μείνει φωνή να πεις πως είμαι μουρλή».
13. Έτζι λέοντας, έκαμε ένα γύρο και εβάλθηκε με μεγάλη λύσσα να χορεύει, και το πουκάμισο εβρισκότουνα στο πρόσωπό της.
14. Και στη ζέστα του χορού έκανε με το ζωνάρι μια θηλιά και ο χορός εβάσταξε όσο να κάμει τη θηλιά.
15. Και αφού την ετέλειωσε, είπε: «Ακλούθα με αποπίσω από τον καθρέφτη, να σου κάμω το ψυχικό.
16. »Γιατί έρχεται κάπου-κάπου ο γάιδαρος ο γιατρός, οπού θα σ' έχει και εκείνος, και του σκαρφίστηκε πως είμαι άρρωστη».
17. Και επήγε οπίσω από τον καθρέφτη, και την άκουα να κάνει μεγάλη ταραχή.
18. Και η ταραχή έπαψε και έκαμε ένα γέλιο μεγάλο που αντιβούισε η κάμερα, και με φωνή πνιμένη από την ευχαρίστηση είπε: «Να, μάτια μου, το ψυχικό».
19. Τότε έπεσα με τα γόνατα χάμου να κάμω δέηση για να την κάμει ο Κύριος να μην είναι έξω φρενών κάνε για το λίγο ακόμη πόχει να ζήσει.
20. Και τελειωμένη η δέηση, εκοίταξα χάμου οπίσω από τον καθρέφτη στοχάζοντάς τηνε λιγωμένη. Και δεν ήτον εκεί.
21. Και αιστάνθηκα το αίμα μου να τραβηχτεί από τα μάγουλά μου,
22. και έπεσε το κεφάλι απάνου στα στήθια μου, και είπα μέσα μου:
23. Ο Θεός ξέρει πού έφυγε η δύστυχη ενώ επαρακάλεια για αυτήν με τη θέρμη της ψυχής μου.
24. Και επέρασα πέρα, με το κεφάλι σκυφτό και στοχασμένο, να πάω να την εύρω.
25. Και άκουσα στο μέτωπο κάποιον τι που με χτύπησε,
26. και έπεσα ξαφνισμένος τ' ανάσκελα. Και είδα την Γυναίκα της Ζάκυθος που εκρεμότουνα και εκυμάτιζε.



(από το «H Γυναίκα της Zάκυθος. Mία νέα ανάγνωση της πρώτης μορφής παρουσιασμένη από τον Γ. Π. Σαββίδη», Περίπλους, Γ΄ 10, Άνοιξη-Kαλοκαίρι 1986)

Δευτέρα 28 Απριλίου 2008

Vanitas vanitatum!

Το ρόδο στην Τέχνη, συμβολίζει συνήθως τη ματαιοδοξία



Η απώλεια ενός αγαπημένου συγγενικού μου προσώπου, τις τελευταίες μέρες, μου έδωσε τροφή για μπόλικη παραφιλοσοφία, κατά την προσφιλή μου συνήθεια.



Πράγματα τετριμμένα, χιλιοειπωμένα με όλους τους τρόπους κι όλα τα μέσα. Τι καινούργιο να πω για το θάνατο; Μόνο να επαναλάβω μπορώ, τη διαπίστωση πως όσο κι αν νομίζει κανείς, πως είναι προετοιμασμένος ψυχολογικά για το "μοιραίο", είτε των συγγενών του είτε το προσωπικό του, έτοιμος κανείς πραγματικά δεν είναι. Επίσης, επειδή έχω χάσει νεαρά, αγαπημένα πρόσωπα, πίστευα ακόμα πως δεν μπορώ να κλάψω για την απώλεια ενός ανθρώπου που πεθαίνει πλήρης ημερών.



Κατά τη διάρκεια της κηδείας στάθηκα ξανά στο σημείο που ακούγονται από το στόμα του ιερέα αυτά τα λόγια: "πάντα ματαιότης τα ανθρώπινα όσα ουχ υπάρχει μετά θάνατον ου παραμένει ο πλούτος ου συνοδεύει η δόξα επελθών γάρ ο θάνατος ταύτα πάντα εξηφάνισται". Για ώρα δεν άκουγα τίποτε άλλο γύρω μου. Τα λόγια είχαν κολλήσει μες στο κεφάλι μου. Μέσα από διάφορους συνειρμούς, που στο μυαλό γίνονται αστραπιαία αλλά θέλουν πολλές σελίδες για να μεταφερθούν γραπτώς και αναλυτικά, έφτασα στο συμπέρασμα πως και το κλάμα κι ο πόνος των θλιμμένων, είναι άλλη μια έκφραση του ανθρώπινου εγωισμού. Όπως ακριβώς, μπορεί κανείς να πει, είναι και η τάση του ανθρώπου να αφήσει απογόνους. Νοιώθει πως έτσι θα μείνει -τροποντεινά- αθάνατος.



Εγωισμός είναι και η όποια έκφραση να ξεχωρίσει κανείς από τη μάζα, μέσα από μεγαλεπήβολα σχέδια και δράσεις. Εγωισμός είναι και μια καρυδιά που φύτεψε κάποτε ο νόνος μου, για να τον θυμόμαστε όταν θα είχε πια πεθάνει. Εγωισμός και ματαιότητα, δίδυμα αδέρφια, με τόσο κοινές συνήθειες! Πάνω στο φόβο, στην ματαιοδοξία και τον εγωισμό, έχουν στηθεί από αρχαιοτάτων χρόνων, θρησκείες, πολιτισμοί κι αυτοκρατορίες. Πόσες προσπάθειες έχουν γίνει για να καταφέρει ο άνθρωπος να μείνει αθάνατος; Καμία δεν είχε αποτέλεσμα. Έτσι κάπως επινοήθηκε και η μετά θάνατον ζωή.



Κάποτε, μέσα στην αίθουσα με τις αυτοκρατορικές μούμιες, στο Μουσείο του Καΐρου, αναρωτηθήκαμε με τον σύντροφό μου αν τελικά οι Αιγύπτιοι τα κατάφεραν. Χάζευα τα "ζωντανά" ματοτσίνορα του Ραμσή του Β' και είπα όχι. Τι να το κάνεις το διατηρημένο στο χρόνο, άψυχο σώμα; Τι νόημα έχει η κατακόκκινη κόμη της Χατσεψούτ, μετά από χιλιάδες χρόνια, αν η ίδια δεν μπορεί να την χτενίσει;



Κι η παραδοχή όλων των παραπάνω, είναι παρηγορητική δε λέω, όμως, στην επόμενη συνάντηση με τον θάνατο, πάλι τον ίδιο πόνο θα νοιώσω και πάλι θα κλάψω για την απώλεια λες και ο θανόντας το έκαμε για να πονέσουν οι συγγενείς του! Γι' αυτό λέω ξανά, ματαιότης ματαιοτήτων...

Σάββατο 26 Απριλίου 2008

Χορδές του Νου




Χορδές παραπονιάρικες, χορδές που σου μιλάνε
Χορδές που ξέρεις πια καλά μαζί σου πάντα θα 'ναι

Χορδές συρμάτινες, χορδές, το νου σου περιπλέκουν
Μες στα υπόγεια του μυαλού τη σκέψη σου θωπεύουν

Κι αφού όλα πια τα έζησες και όλα πια τα είδες
Βάλε φωτιά στον ουρανό που γέμισε ρυτίδες

Κι όταν φουντώσει η πυρκαγιά, θα σου περάσουν όλα
Αφού τα αστεία είναι μικρά κι η πίκρα σου ...πελώρια!

Πέμπτη 24 Απριλίου 2008

Νοσταλγία τση Λαμπρής





Κυριακή Βαγιώνε (των Βαΐων, πάει να πει). Ο νόνος μου στη μέση, καθισμένος στο μεγάλο τραπέζι να παλεύει με την αλιάδα και να γυρεύει "μια θάμπα κρασί ορή γυναίκα, μέρα που είναι!" κι εφτούνη όλο φαωμάρα να του κάνει πως έχει ζάχαρο και δεν κάνει να πίνει...


Εμείς τριγύρω να τρώμε, να πίνουμε και να τα τσιγκλάμε ο ένας τον άλλονε. Η κουβέντα πάντα γύρω από την οργάνωση του Μεγαλοβδόμαδου. Πότε θα ζυμώσουμε κουλούρια, πότε θα βάψουμε αυγά, τι βαφές χρειαζόμαστε. Ποίος θα φέρει αγκινάρες, μπίζι και κουκιά για το φαΐ τση Μ. Πέμπτης;

Όλο μυρωδιές θυμάμαι από το σπίτι του νόνου. Τον θυμάμαι και να λέει:

"Μεγάλη Δευτέρα, μεγάλη μαχαίρα
Μεγάλη Τρίτη, ο Χριστός εκρίθη
Μεγάλη Τετάρτη, ο Χριστός εχάθη
Μεγάλη Πέμπτη, ο Χριστός ευρέθη
Μεγάλη Παρασκευή, ο Χριστός στο καρφί
Μεγάλο Σαββάτο, χαρές γιομάτο! "



Μεγάλο Σαββάτο, έπλεκε τα σγατζέτα στην πίσω αυλή. Εφόριε πάντα μπροστέλα και τα μανίκια ψηλά σηκωμένα. Η νόνα μου πάλι να παραλογάει : "Πόσα έφερες; Να ειδώ ποίος θα τα φάει τόσα πράματα!" κι εφτός όλο γλύκα να τση λέει : "Σώπα ορή γυναίκα, ούλα μας τα παιδία εδώ δεν θα είναι; Τόσοι νοματέοι είμαστε...". Η νόνα -κατά βάθος γλυκιά εμαζωνότανε και έλεγε μετά από λίγο : "Να κάμω και λίγο λαδορίγανη γιατί εκειά τα γλυκιάρικα του Γιάννη δεν το τρώνε το αυγό...". Ο νόνος εχαμογέλαγε και τση αποκρινότουνα: "Αφού καημένη ούλα θα τα κάμεις, τι παραλογάς μέρα που είναι;".


Ανάσταση κάναμε πάντα στη Μητρόπολη και μετά ούλοι στον νόνο. Δεν ερχότουνα μαζί μας. Επερίμενε στο τραπέζι χαμογελαστός. "Ανάσταση για εμένανε είναι που σας έχω ούλους κοντά μου!" , μας έλεγε...


Πόσο μου λείπει εφτούνη η Λαμπρή!



Για τον αγαπητό μου φίλο Βασιλικό, που μου ζήτησε τούτο το πόστο, σε επανάληψη. Καλή Λαμπρή σε όλους!

Δευτέρα 21 Απριλίου 2008

Μεγαλοβδόμαδο




Μεγάλη Δευτέρα, μεγάλη μαχαίρα

Μεγάλη Τρίτη, ο Χριστός εκρίθη

Μεγάλη Τετάρτη, ο Χριστός εχάθη

Μεγάλη Πέμπτη, ο Χριστός ευρέθη

Μεγάλη Παρασκευή, ο Χριστός στο καρφί

Μεγάλο Σαββάτο, χαρές γιομάτο!

Παρασκευή 18 Απριλίου 2008

Ο Μαιτρ κι Εγώ

Από τη ζωή του καθενός περνάνε δεκάδες άνθρωποι, ανάλογα πάντα και με πόσο κοινωνικός είναι ο καθένας. Άνθρωποι ενδιαφέροντες, "παράξενοι", ιδιότροποι, αδιάφοροι, ιδιαίτεροι, πνευματώδεις...

Τι είναι αυτό όμως, που χαρακτηρίζει μια διαπροσωπική σχέση, ως σημαντική; Εντελώς υποκειμενικό και αυτό. Για εμένα πάντως είναι ένα σύνολο πραγμάτων. Ένα από αυτά, είναι η διάρκεια μιας σχέσης στο χρόνο. Ένα άλλο, το επίπεδο της επικοινωνίας. Πόσο βαθιά και ειλικρινής είναι. Άλλο σημαντικό -βάση των δικών μου πάντα, υποκειμενικών κριτηρίων- είναι το πόσο έντονα συναισθήματα έχουν ξεπηδήσει μέσα από αυτό το δεσμό. Συναισθήματα θετικά και αρνητικά.

Και όταν αυτή η επαφή, έχει περάσει από "σαράντα κύματα" κι όταν ακόμα δεν υπάρχει συχνή επικοινωνία, θέλω όταν κλείνω το τηλέφωνο που μόλις έχω μιλήσει με έναν τέτοιο, "δικό μου" άνθρωπο, η γεύση στο στόμα να είναι γλυκιά και τα χείλη μου να χαμογελούν.

Με τέτοιο χαμόγελο έκλεισα το πρωί το τηλέφωνο, αφού μίλησα με τον Δημήτρη. Και τούτο το πόστο είναι γι' αυτόν, άσχετα από το αν θα το διαβάσει ή όχι. Χαίρομαι που τον άκουσα και που είναι καλά. Τον σέβομαι και αναγνωρίζω πάντα ότι μου έμαθε πολλά. Ελπίζω να κατάφερα κι εγώ να του δώσω κάτι. Τα μελανά σημεία τα βάζω όλα στην άκρη, γιατί θεωρώ πιο σημαντικά τα φωτεινά σημεία αυτής της σχέσης.

Μα ό,τι και να γίνει, ακόμα κι αν δεν τον ξαναδώ, ακόμα κι αν δεν ξαναμιλήσουμε ποτέ, θα κρατώ πάντα ως όμορφη ανάμνηση, μια βραδιά στο Λυκαβηττό, στο Fados Gala. Την ερμηνεία της Cristina Branco και τα δάκρυα ποτάμι από τη δύναμη της μουσικής και των στίχων. Μου κρατούσε απαλά το χέρι, σαν φίλος, σαν σύντροφος, σαν εραστής και σαν αδερφός. Και το όλον εκείνης της επαφής πριν και μετά το γκαλά. Τα λόγια τα ποιητικά που είχα πραγματικά ανάγκη να ακούσω.

Για τον Μαιτρ Δημήτρη λοιπόν, λίγοι στίχοι του Σολωμού, ένα αγαπημένο τραγούδι κι ένα τρυφερό φιλί...


ΩΔΗ ΣΤΗ ΣΕΛΗΝΗ

Γλυκύτατη φωνὴ βγάν᾿ ἡ κιθάρα,
καὶ σὲ τούτη τὴν ἄφραστη ἁρμονία
τῆς καρδιᾶς μου ἀποκρίνεται ἡ λαχτάρα.
Γλυκὲ φίλε, εἶσαι σύ, ποὺ μὲ τὴ θεία
ἔκσταση τοῦ Ὀσσιάνου, εἰς τ᾿ ἀκρογιάλι,
τῆς νυχτὸς ἐμψυχεῖς τὴν ἡσυχία.
Κάθισε γιὰ νὰ ποῦμε ὕμνον στὰ κάλλη
τῆς Σελήνης. αὐτὴν ἐσυνηθοῦσε
ὁ τυφλὸς ποιητὴς συχνὰ νὰ ψάλλει.
Μοῦ φαίνεται τὸν βλέπω ποὺ ἀκουμβοῦσε
σὲ μίαν ἐτιά, καὶ τὸ φεγγάρι ὡστόσο
στὰ γένια τὰ ἱερὰ λαμποκοποῦσε.
Ἀπ᾿ τὸ Σκοπό, νἄτο, προβαίνει. ὢ πόσο
σὺ τὴ νύχτα τερπνὰ παρηγορίζεις!
Ὕμνον παθητικὸ θὲ νὰ σοῦ ὑψώσω,
παθητικὸ σὰ ἐσένα, ὅταν λαμπίζεις
στρογγυλό, μεσουράνιο, καὶ τὸ φῶς σου
σὲ ταφόπετρα ὁλόασπρη ἀποκοιμίζεις.



Πέμπτη 17 Απριλίου 2008

Πολλαπλό Χτύπημα

Δεν έχω διάθεση να γράψω κάτι τις τελευταίες μέρες. Ακούω αγαπημένες μουσικές και διαβάζω. Έτσι σκέφτηκα να ανεβάσω ένα "πολλαπλό χτύπημα", που περιλαμβάνει μουσικά κομμάτια που ακούω τελευταία και μου φτιάχνουν πολύ τη διάθεση και μια βιβλιοπρόταση.

1. Matisse - She Bop : Ναι είναι ελληνικό και ας μην του φαίνεται. Καλή παραγωγή. Εμπορικό; Ναι, πολύ αλλά δεν με νοιάζει! Μ' αρέσει και με κάνει να κουνιέμαι. Αυτό είναι αρκετό...





2. Hercules & Love Affair - Blind : Μου αρέσει και το video clip και ο ήχος και ο ρυθμός του και όλα του! Με κάνει κι αυτό να κουνιέμαι ακόμα κι αν είμαι στο γραφείο και δουλεύω. Όταν υπάρχει κόσμος, κουνάω μόνο τα πόδια, που δεν φαίνονται...





3. Moby - Disco Lies : Λατρεμένος Moby, από την εποχή ακόμα του PLAY. Εκείνο το album με συντροφεύει ακόμα σε ταξίδια και παραμένει σταθερή αξία! Disco feeling που μου θυμίζει το κάψιμο στις πατούσες από την καυτή άμμο. Βιάζομαι μάλλον... Δεν λείπει και το κοινωνικό μήνυμα του Moby, που είναι και ακτιβιστής!





4. Morrissey - That's how people grow up : Ε καλά! Είναι δυνατόν να μην ανέβαζα έστω ένα κομμάτι του Morrissey;;; Το περίεργο είναι που ανέβασα και κάτι άλλο εκτός αυτού. Το κομμάτι είναι ολίγων μηνών και μου αρέσει επίσης πολύ. Δεν κρύβει κάποια έκπληξη ούτε μουσικά ούτε στιχουργικά, δεν ξεφεύγει δηλαδή, καθόλου από το γνωστό μοτίβο αλλά γι' αυτό μ' αρέσει! Είναι 100% Morrissey. Επίσης καινούργιο και το All you need is me. Καλό κι αυτό αλλά προτιμώ το πρώτο. Σηκώνουμε λίγο την ένταση, παρακαλώ...




Κι επειδή μια φορά δεν αρκεί, ξαναδιαβάζω το διήγημα του Τόμας Μαν, "Τα αλλαγμένα κεφάλια". Διαπιστώνω ξανά πως τα βιβλία που για τον οποιονδήποτε λόγο, μας εντυπωσίασαν, πρέπει να τα ξαναδιαβάζουμε, κατά προτίμηση μετά από κάποια χρόνια. Φαίνονται εντελώς καινούργια! Άλλος ένας ύμνος, θα έλεγε κανείς, στον έρωτα και τη ζωή. Ναι, συμφωνώ αλλά δεν έχουν όλοι τη μαεστρία του Μαν!



Τελειώνω τούτο το πόστο εδώ με την ευχή για καλές ακροάσεις και καλές αναγνώσεις!

Τετάρτη 16 Απριλίου 2008

Adagio




Αγαπώ τη μουσική, δεν ζω χωρίς αυτή και δεν θέλω να φανταστώ κανένα μέρος γης Γης, χωρίς μουσική. Ευτυχώς η φύση είναι γεμάτη ήχους, οπότε δεν είναι απαραίτητο όπου πας να κουβαλάς μια συσκευή αναπαραγωγής μουσικής, μαζί σου.

Μικρή έκανα μαθήματα κλασσικής κιθάρας. Δεν προχώρησα. Παράλληλα συμμετείχα στη χορωδία της Μαθητικής Μαντολινάτας. Ήμουν καλλίφωνη κι ένοιωθα μέσω του τραγουδιού, πως εξέφραζα καλύτερα την αγάπη μου για τη μουσική. Κι αυτό κάποια στιγμή όμως, σταμάτησε, δεν ήμουν πλέον σε ηλικία κατάλληλη για να παραμείνω στη Μαθητική Μαντολινάτα. Στεναχωρήθηκα πολύ αλλά βρήκα άλλα ενδιαφέροντα.

Ποτέ δεν αποχωρίστηκα τη μουσική. Πάντα τη κουβαλώ μέσα μου! Πάντα παίζει μουσική στα ηχεία του μυαλού μου. Πολλές φορές απαντώ με στίχους τραγουδιών, σε ερωτήσεις που μου κάνουν. Είναι ένα παιχνίδι που το έμαθα μέσα στην οικογένειά μου. Λατρεύουν κι αυτοί τη μουσική. Ο πατέρας μου μικρός, ήθελε να μάθει κιθάρα αλλά ο αυστηρός πατέρας του, τον χλεύασε για εκείνη την επιθυμία του και δεν του το επέτρεψε ποτέ. Του έχει μείνει καημός. Συχνά μας λέει ότι νοιώθει πως άμα πάρει μια κιθάρα στα χέρια του, θα μπορέσει να παίξει. Μολαταύτα, ποτέ δεν προσπάθησε να μάθει, από τη στιγμή που έγινε ανεξάρτητος ενήλικας και μετά.

Ακούω πολλά είδη μουσικής. Δεν κρύβω την αδυναμία που έχω στη ροκ αλλά υποκλίνομαι πάντα στη μεγαλοπρέπεια της κλασσικής μουσικής. Στο αυτοκίνητο, κάποια πρωινά, στη διαδρομή για τη δουλειά, ακούω κλασσική μουσική. Έτσι και σήμερα, έβαλα ένα cd με δικές μου επιλογές από κλασσικά κομμάτια και αφέθηκα στο ταξίδεμά της.

Ήλιος λαμπερός, η φύση χρωματιστή, ακόμα και ο ασφαλαχτός ολάνθιστος και από τα ηχεία να βγαίνει το Adagio in G minor, του Tomaso Albinoni. Πριν μήνες, καθώς το άκουγα ξανά, συνειδητοποίησα πως η μουσική μιλάει. Έχει λόγια κανονικά. Συλλαβές που σχηματίζουν λέξεις κι αυτές με τη σειρά τους προτάσεις κι οι προτάσεις ολόκληρες ιστορίες! Ένα άλλο αξιοθαύμαστο είναι πως το ίδιο κομμάτι, ανάλογα με την διάθεσή μας, μπορεί κάθε φορά να μας πει και μια διαφορετική ιστορία. Αρκεί να μπορούμε να ακούσουμε, αρκεί να θέλουμε να ακούσουμε.


Και τούτο το κομμάτι, θέλω να το χαρίσω στους φίλους μου κι εύχομαι να βρουν το δρόμο οι νότες και να καταφέρουν να φτάσουν στα "αυτιά" τους.


Δευτέρα 14 Απριλίου 2008

Είσαι ντ(ρ)οπέ;




Κάθε πρωί το ξυπνητήρι σου, δίνει το έναυσμα για την καθημερινή σου κούρσα στη ζωή.

Ξυπνάς τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας, ετοιμάζεις πρωινό για όλους, ντύνεις τα παιδιά, τα πηγαίνεις σχολείο. Πας στη δουλειά σου, τρως την πίεση και το άγχος της. Συνήθως έχεις να κάνεις και με έναν μισογύνη προϊστάμενο, που συχνά σου θυμίζει τη κοινωνική σου θέση -ως γυναίκας- και δεν του λες κουβέντα. Το καταπίνεις. Άλλες πάλι φορές, γίνεσαι θύμα σεξουαλικής περανόχλησης από συνάδελφο ή προϊστάμενο και πάλι δεν αντιδράς έντονα, γιατί δεν θέλεις να χάσεις τη δουλειά σου.

Το μεσημέρι, παίρνεις τα παιδιά από το σχολείο, τη μάνα σου ή την πεθερά για να τα πας σπίτι, να τα ταΐσεις, να τα διαβάσεις και να επικοινωνήσεις όσο μπορείς μαζί τους, απαντώντας στις ερωτήσεις τους που έχουν να κάνουν από το "γιατί η Αννούλα φοράει παπούτσια Barbie κι εγώ όχι;¨", μέχρι και το "πως γεννιούνται τα μωρά;". Γυρνάς μες στο σπίτι σαν σβούρα ενώ μαζεύεις την ακαταστασία, τ' απλωμένα ρούχα από το μπαλκόνι και τα κομμάτια σου.

Το απόγευμα, πας τα παιδιά στα φροντιστήριά τους, στις αθλητικές τους δραστηριότητες και στα μεσοδιαστήματα πας στο μανάβη ή στο super market, κάνεις εξωτερικές δουλειές της οικογένειας και καμιά φορά στα πεταχτά, πίνεις ένα καφεδάκι με μια φίλη.

Γυρνάς σπίτι βράδυ, στρώνεις τραπέζι, ετοιμάζεις τα παιδιά για ύπνο, σιδερώνεις τα ρούχα. Πολλές φορές δεν έχεις προλάβει να βγάλεις τα ρούχα που φοράς, από το πρωί. Μόνο τα τακούνια, για να βάλεις τις παντόφλες σου. Ο σύντροφος και πατέρας των παιδιών σου, είναι κουρασμένος και λιώνει μπροστά στην tv. Κάποιες φορές αποκοιμιέται στον καναπέ. Δεν τον ξυπνάς, χρειάζεσαι ησυχία.

Πέφτεις τελευταία στο κρεβάτι σου και το μόνο που θέλεις είναι να ξεκουραστείς για λίγες ώρες, μέχρι τον επόμενο αγώνα που πρόκειται ν' αρχίσει σε λίγες ώρες. Ο σύντροφός σου, έχει κοιμηθεί ήδη ένα δίωρο και σου ζητάει να εκπληρώσεις το συζυγικό σου καθήκον. Κάποιες φορές το αρνείσαι γιατί δεν έχεις το κουράγιο άλλες πάλι το "υπομένεις"¨για να αποφύγεις μια ενδεχόμενη διαμάχη.

Το πρωί ακούς το ξυπνητήρι και σου έρχεται να βάλεις τα κλάματα. Σηκώνεσαι... Η ίδια ιστορία. Παίρνεις και βιταμίνες μήπως σε τονώσουν και αντέξεις παραπάνω. Πόσο παραπάνω; Το βραδινό δελτίο ειδήσεων αποδοκιμάζεις το ντοπάρισμα των αθλητών. Ξέρεις κι αυτοί για το παραπάνω το κάνουν. Δεν μιλάς, σωπαίνεις. Ακόμα κι όταν πληρώνεις εκείνο το γρήγορο καφεδάκι με τη φίλη, με το βαρή αντίτιμο της απαξίωσης και της βίας από τον σύντροφό σου. Έχεις όμως παιδιά, λες και δεν αντιδράς.

Κι όλο αυτό που διαβάζεις ,δεν μιλάει για την Μαίρη Παναγιωταρά αλλά για εσένα! Για εσένα που καθημερινά δίνεις τον αγώνα σου, χωρίς ποτέ να σηκώνεις κεφάλι, χωρίς ποτέ να ζητάς τίποτα, χωρίς να αντιδράς. Είσαι αυτή που με την ανοχή της, γέμισε ο τόπος κάφρους σαν τον σύντροφό σου. Όσο ένοχος ο θύτης, τόσο ένοχο και το θύμα. Αν στ' αλήθεια θέλεις να κάνεις κάτι για τα παιδιά σου, αντέδρασε στη βία και την κακομεταχείριση μέσα στο σπίτι σου. Όρθωσε το ανάστημά σου και πες ΤΕΛΟΣ σε αυτό! Έτσι μπορείς να συμβάλεις στο καλύτερο μέλλον των παιδιών σου.

Μίλα και ΜΗ ΣΚΙΑΖΕΣΑΙ!



Τρίτη 15 Απρίλη και ώρα 9.00 μ.μ., στη μπουάτ ΣΤΡΟΦΗ, θα γίνει εκδήλωση με θέμα την κακοποίηση των γυναικών. Η πρωτοβουλία ανήκει σε σπουδαστές των ΤΕΙ.

Κυριακή 13 Απριλίου 2008

Στο Κρυονέρι, ξανά...




Απόγευμα στο Κρυονέρι, η θάλασσα ανάστατη. Υγρασία, ζέστη, σκουντούφλα, πονοκέφαλος.

Γλυκιά ζαλάδα καθώς από το κάθισμα του αυτοκινήτου, παρακολουθείς τη θάλασσα να ανεβοκατεβαίνει. Μέσα στο ντουλαπάκι, ευλαβικά τοποθετημένη, "Η Βάρδια" του Καββαδία, σαν άλλη Βίβλος σε συντροφεύει -φυλακτό- στους δρόμους σου.

Ακούς "Τις Γραμμές των Οριζόντων" και είναι όλα αρμονικά. Το τοπίο, ο ήχος, το μυαλό σου, σε κίνηση. Όλα συγχρονισμένα με το αγριωπό κύμα. Ανάβεις ένα τσιγάρο, μετά από καιρό. Κι άλλη ζαλάδα κι ένα ελαφρύ κάψιμο στο λαιμό. Δεν το καπνίζεις ολόκληρο, το μισοσβήνεις αφηρημένα στο τασάκι.

Ζευγάρια σε περικυκλώνουν. Άλλα βιαστικά άλλα αργόσχολα. Φεύγουν, τα διαδέχονται καινούργια, φεύγουν κι αυτά. Εσύ μένεις, κοιτάς ακόμα τη θάλασσα και όλα χάνονται γύρω σου και γίνεσαι εσύ καράβι που ταξιδεύει, στ' αφρισμένα νερά. Θαλασσινές γλώσσες σου μαστιγώνουν το κορμί - καρίνα, μα κρατάς το κεφάλι ψηλά, αρνείσαι να σταματήσεις το ταξίδι. Δεν θα βουλιάξεις, δεν θα βουλιάξεις!

Το σκαρί σου υπάκουο στα προστάγματα της θέλησής σου, στη λαχτάρα σου να δεις τους άλλους τόπους που ονειρεύτηκες. Τους τόπους που διάβασες στα βιβλία να περιγράφονται, που άκουσες στα τραγούδια να τραγουδιούνται. Εκείνους, που οι ταξιδεμένοι σου περιέγραψαν με τις πιο έντονες λέξεις. Δεν θα ναυαγήσεις, δεν θα ναυαγήσεις!

Βράδυ στο Κρυονέρι, η θάλασσα δεν φαίνεται. Υγρασία, ζέστη κι οι κάβοι σου, δεμένοι.

Παρασκευή 11 Απριλίου 2008

Για να τελειώνουμε...



Άκου τη Lupe, άκουσέ την. Τα ισπανικά μου δεν με βοηθάνε να στο μεταφράσω λέξη - λέξη αλλά μπορώ να σου πω το θέμα. Λέει για έναν άντρα σαν κι εσένα, που της έπαιξε θέατρο. Για έναν άντρα που έβαλε όλη του την τέχνη πάνω στο σενάριο αλλά αυτή το έργο το έχει ξαναδεί κι όλο αυτό το δράμα, δεν της ήταν απαραίτητο, δεν της χρειαζόταν. Puro Teatro, καθαρό θέατρο με βρώμικο πρωταγωνιστή.

Κι ενώ αυτή το ήξερε ότι θα πληγωθεί, το έβλεπε, το ένοιωθε, τον άφησε να της κάνει την καρδιά κομμάτια στην καλύτερή του σκηνή, όπως ακριβώς κι εσύ. Η καλύτερη παράστασή του, ήταν αυτή που της έπαιξε. Αφέθηκε να καεί από τα φιλιά του ενώ ήξερε. Γιατί όσο κι αν ξέρει κανείς, θέλει να το ζήσει το πάθος. Γιατί έτσι είναι η φύση μας. Γιατί δεν γίνεται αλλιώς.

Την πλήγωσε ένας ηθοποιός, ένας κομπάρσος, γιατί μόνο αυτό μπορούσε να είναι, παίζοντας τραγικά το ρόλο του θύματος. Και το έβλεπε το τέλος που ερχόταν, το έβλεπε πως δεν αργούσαν οι τίτλοι του τέλους. Καθαρό θέατρο, βρώμικος πρωταγωνιστής, να... σαν κι εσένα!

Άκου τη Lupe και ψάξε την επόμενη σκηνή που θα φιλοξενήσει την παράστασή σου. Και μην ξεχάσεις στο τέλος να φορέσεις εκείνη την βαθύτατα θλιμμένη μάσκα, άσε κι ένα δάκρυ να κυλήσει, θα ξετρελλαθεί το κοινό! Κοίτα προς το άπειρο και πες : Η μοίρα το θέλησε...

Πέμπτη 10 Απριλίου 2008

Η Οδύσσεια Ενός Ξεριζωμένου




Είδε και αποείδε ο Tέως κι αφού δεν υπάρχει άλλος τρόπος -ούτε και χώρος- να επιστρέψει στο πρώην βασίλειο της Ελλάδος, έβαλε την αδερφή του, να καθαρίσει για λογαριασμό του.

Έτσι, η Αυτής Μεγαλειότης Βασίλισσα Σοφία της Ισπανίας, θα έρθει στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στο νησί μας με σκοπό να υιοθετήσει μια χελώνα carretta-carretta και να της τοποθετήσει τον ειδικό πομπό που θα καταγράφει το ταξίδι της. Της χελώνας ντε! Με τον πομπό αυτό, θα μπορεί ο Ο.Ε.Θ.Π.Ζ. να παρακολουθεί την περιπλάνησή της. Γι' αυτό και το πρόγραμμα ονομάστηκε ΟΔΥΣΣΕΙΑ.

Και σας ρωτώ, αγαπητοί συμπολίτες! Είναι δυνατόν ολόκληρη βασίλισσα, να έρθει εδώ μόνο και μόνο για να υιοθετήσει μια χελώνα; Τόσο φιλόζωη είναι πια; Τέτοια οικολογική ευαισθησία; Όχι, μην ξεγελιέστε! Πίσω από αυτό το ευγενικό πρόσωπο, κρύβεται ένα καταχθόνιο σχέδιο. Η βασίλισσα θα τοποθετήσει ειδικό πομπό ο οποίος όχι μόνο θα παρακολουθεί το ταξίδι της χελώνας αλλά θα λειτουργεί και ως δέκτης.

Το σχέδιο έχει ως εξής: Η χελώνα με τον πομπό-δέκτη, θα λάβει ειδικό σήμα στο φουλ της τουριστικής περιόδου κι εκεί ακριβώς που όλα τα ειδικά σκάφη, στον κόλπο του Λαγανά, γεμάτα διψασμένους -για άγρια φύση- τουρίστες, θα επιδίδονται στο σαφάρι της, εκείνη θα πάρει όλες τις χελώνες -διότι διαθέτει και πειθώ- και θα τις οδηγήσει στην Costa del Sol. Εκεί θα τις περιμένει ειδικό βασιλικό κλιμάκιο, το οποίο θα τις φιλοξενήσει σε ειδικά διαμορφωμένη παραλία που θα διαθέτει όλες τις ανέσεις που απαιτεί η σύγχρονη χελώνα, όπως ασφάλεια, καθαρή άμμο, ησυχία κλπ. Μετά από αυτό, θεωρείται εξαιρετικά δυσκολό να ξαναφύγουν από εκεί οι χελώνες για να έρθουν πίσω στο νησί. Εκτός αν αποφασίσουν ότι δεν μπορούν να ζήσουν χωρίς τις φωνές των Άγγλων τουριστών.

Κατόπιν, ο Τέως θα μας κρατάει στο χέρι και θα ζητήσει ως αντάλλαγμα για την επιστροφή των χελωνών, την επιστροφή του στο θρόνο. Εμείς οι Ζακυνθινοί, που δεν ζούμε χωρίς τη χελώνα μας, θα πιέσουμε μέσω των άξιων πολιτικών μας την κυβέρνηση να προχωρήσει σε διαπραγματεύσεις με τον Τέως. Ο Νίμιτς θα καταθέσει σχέδιο συμβιβαστικής λύσης, που θα περιλαμβάνει την ανταλλαγή 100 χελωνών με τα 2/3 της βασιλικής περιουσίας που έχει απομείνει. Η Ελληνική πλευρά θα πιέσει για 150 χελώνες, ενώ ο Τέως θα επιμένει στην αρχική του θέση, για την επάνοδό του στο θρόνο.

Με παρέμβαση του Προέδρου της Δημοκρατίας, ο Τέως θα παραστεί σε δεξίωση στο Μέγαρο Μαξίμου όπου πλήθος διαδηλωτών θα διεκδικούν το δικαίωμα της χελώνας να γυρίσει στο σπίτι της, ενώ ακτιβιστές θα πετάγονται μέσα από το ψάρι μαγιονέζα με πανώ κατά της κακομεταχείρισης των ζώων.

Στο μεταξύ, ειδική ομάδα του Συλλόγου Ενοικιαζόμενων Δωματίων Δ. Λαγανά, θα προσπαθήσει να φυγαδεύσει τις χελώνες στην Ελλάδα οι οποίες όμως, θα περνάνε υπέροχα στην Ισπανία και δεν θα θέλουν να επιστρέψουν με τίποτα. Αφού η επιχείρηση θα καταλήξει σε ναυάγιο, θα παραμείνουν για ολιγοήμερες διακοπές, σε golf club.

Οι διαπραγματεύσεις θα λήξουν άδοξα και ο καθένας θα πάρει το δρόμο του, ενώ ο Τέως τελικά θα μείνει με τις χελώνες κι εμείς με τα άδεια ξενοδοχεία, στο χέρι...

Τετάρτη 9 Απριλίου 2008

Ευτυχισμένες Μέρες της Ζωής μας


Σ΄εκείνη τη μια διανυκτέρευση στη Μαδρίτη, δεν πέρασαν και πολλά χρόνια από τότε, μου δόθηκε μια μοναδική ευκαρία για μια υπέροχη συζήτηση που κάποιες φορές έρχεται στο μυαλό μου σαν εικόνα ή σαν σκόρπιες φράσεις.

Πηγαίναμε σε κάποιο από τα Κανάρια Νησιά, η πτήση καθυστέρησε, φτάσαμε αργοπορημένοι στη Μαδρίτη, μόλις δέκα λεπτά πριν την πτήση της ανταπόκρισης. Τρέχαμε σαν τρελοί μες στο αεροδρόμιο και ρωτάγαμε για την έξοδο μας, όποιον βλέπαμε μπροστά μας. Οι Ισπανοί μας έλεγαν "par aqui" το οποίο εμείς λαμβάναμε ως "παρακεί", "παρακάτω" και μας δείχναν το βάθος - κήπος. Φυσικά χάσαμε την ανταπόκριση και η αεροπορική εταιρεία ανέλαβε να μας πάει σε ξενοδοχείο μέχρι την επόμενη μέρα το πρωί που υπήρχε άλλη πτήση.

Έτσι βρεθήκαμε σ' ένα mini bus, του συμβεβλημένου ξενοδοχείου με την αεροπορική εταιρεία, μαζί με ένα ζευγάρι από τα Γιάννενα και μια γλυκύτατη Φιλλιπινέζα που πήγαινε να βρει την αδερφή της, που δούλευε στη Μαγιόρκα και είχε να την δει δέκα χρόνια. Το ζευγάρι από τα Γιάννενα ήταν νιόπαντρο και η γυναίκα ήταν έγκυος στον έκτο μήνα. Την θαύμασα για το κουράγιο της να ταξιδεύει μεταφέροντας την τεράστια κοιλιά. Πήγαιναν στο ίδιο νησί με εμάς αλλά στο βόρειο τμήμα του.

Φτάσαμε στο ξενοδοχείο μετά από πέντε λεπτά δρόμο και η ώρα ήταν ήδη 11 το βράδυ, έτσι αποφασίσαμε να μην βγούμε έξω αφού η πρωινή πτήση έφευγε στις 6 το χάραμα. Αφήσαμε τα πράγματα στο δωμάτιό μας και θαύμασα πραγματικά τη διακόσμηση και την ποιότητα των υλικών του. Λατρεύω τα ξενοδοχεία κι έχω την τάση να παρατηρώ πολύ το κάθε τι, όταν φιλοξενούμαι σε κάποιο. Κουσούρι από τα χρόνια που επισκεπτόμασταν ξενοδοχεία με τη σχολή, μάλλον.

Μετά από ένα γρήγορο ντουζ κατεβήκαμε για ένα ποτό στο μπαρ του ξενοδοχείου. Εκεί βρήκαμε τους Γιαννιώτες και τη Φιλλιπινέζα, πρόσχαρους να πίνουν τα ποτά τους. Μας κάλεσαν κοντά τους και φυσικά ανταποκριθήκαμε. Δεν είχαμε και κάτι καλύτερο να κάνουμε. Κι έτσι άρχισε μια συζήτηση που ξεκίνησε με γενικά πράγματα για τη ζωή του κεθενός μας και η οποία τελικά πήρε διαστάσεις ψυχανάλυσης.


Στην πορεία της κουβέντας αυτής, βγήκαν από μέσα μας -μαζί με μύρια άλλα- και οι σκέψεις για το τι περίμενε ο καθείς μας από αυτό το ταξίδι. Ήταν αξιοπερίεργο να ακούς έναν άγνωστο να σου λέει πως ελπίζει να βρει τη γαλήνη που του λείπει ή πως θέλει να κάνει αυτό το ταξίδι γιατί ίσως να μην ξαναταξιδέψει ποτέ στη ζωή του και θα ήθελε αυτό να είναι το τελευταίο. Σκεφτόμουν και ξανασκεφτόμουν το κλισέ "άβυσσος η ψυχή μας, άβυσσος!" και όταν έφτασε η σειρά μου να πω, πήρα μια βαθιά ανάσα και είπα: "λίγες ευτυχισμένες μέρες σ' έναν ξένο, καινούργιο τόπο". Ο σύντροφός μου πειράχτηκε, μα δεν είπε τίποτα. Αργότερα μου εξομολογήθηκε πως θεωρούσε ότι ήμουν τόσο ευτυχισμένη δίπλα του ώστε δεν μου χρειαζόταν τίποτα περισσότερο!

Η συζήτηση μας κράτησε όλη νύχτα στο μπαρ και παραλίγο να χάσουμε και την πρωινή πτήση. Τις επόμενες μέρες, χαλαρή στη παραλία, κάτω από ένα τεράστειο καπέλο, αναρωτήθηκα συχνά για το πόσες στιγμές ευτυχίας έχει δικαίωμα να ζήσει ο καθένας και πως ορίζεται η ευτυχία για τον κάθε άνθρωπο ξεχωριστά. Αναζητούσα λίγες ξένοιαστες μέρες, πέρα από το καθημερινό άγχος και τρέξιμο. Στη Μαγιόρκα, μια γλυκύτατη Φιλλιπινέζα, ευχόταν αν ήταν να είναι το τελευταίο της, να ήταν αυτό το ταξίδι!


Τρίτη 8 Απριλίου 2008

Ένα ψάρι που το λέγανε WADA...



Αν η WADA "τσιμπήσει" με το "διαφωτιστικό" e-mail των κινέζων, τότε θα είμαι πλέον σίγουρη πως μέσω της τελευταίας βροχόπτωσης, ποτιστήκαμε όλοι -κατά λάθος φυσικά- με το επικίνδυνο σκεύασμα.

Πάντως και ο μανάβης το πρωί, κάπως ντοπέ μου φάνηκε...

Σαββατοκύριακο, μετά από γκρίνια...




Στην ανασκόπηση της Δευτέρας, συνειδητοποιώ πως μάλλον κάποια ανώτερη δύναμη, βαρέθηκε τη γκρίνια μου και αποφάσισε να μου χαρίσει ένα σαββατοκύριακο γεμάτο εκπλήξεις, αφού ο καιρός δεν μπορούσε παρά να είναι χάλια...

Ένας φίλος ήρθε απρόσμενα για να περάσει ένα διήμερο -μόλις- μαζί μας. Όταν τον είδα μπροστά μου έμεινα στήλη άλατος! Μετά, δεν μπορούσα να σταματήσω να τον σφίγγω στην αγκαλιά μου και να του επαναλαμβάνω πόσο χαιρόμουν που τον έβλεπα. Βγήκαμε, τα ήπιαμε και τα είπαμε. Κυριακή βράδυ, μετά από μια βόλτα στη λατρεμένη Μπόχαλη, στο δρόμο για το σπίτι, του έλεγα για το Κάστρο, για το Λίμπρο Ντ' Όρο και για κάποιες οικογένειες κόντηδων. Μας βρήκε το ξημέρωμα μπροστά στο τζάκι να θυμόμαστε τα φοιτητικά χρόνια στην Αθήνα και το μπαλκόνι με την πλούσια βλάστηση στου Γκύζη. Το γραφείο που δουλέψαμε μαζί στη Χαρ. Τρικούπη και κάτι απίστευτες συναντήσεις στη Πλάκα, με ανθρώπους που δεν θυμόμουν καν ότι πέρασαν από τη ζωή μου.

Τον χαιρέτησα με συνοπτικές διαδικασίες σήμερα το πρωί, πριν φύγω για τη δουλειά. Δεν κοιταχτήκαμε καν στα μάτια. "Να μου φιλήσεις τον πατέρα σου!" του φώναξα ενώ ήδη τον είχα πισωπλατήσει για να μπω στο αυτοκίνητο. Στη διαδρομή μου, με μόλις δυο ώρες ύπνο, σκεφτόμουν πόσο μεγάλη τύχη είναι να νοιώθεις ότι έχεις πραγματικούς φίλους. Πως όσο κι αν μόνος του πορεύεται καθείς μέσα ή έξω του, έχει ανάγκη -ως κοινωνικό ον- για συντροφικότητα, για μοίρασμα, για πάρε-δώσε. Ο φίλος μου υπενθύμισε πως δεν έχει σημασία η γεωγραφική απόσταση μεταξύ των ανθρώπων αλλά το πόσο κοντά μπορούν πραγματικά να είναι οι ψυχούλες τους. Κι ένοιωσα όμορφα, γιατί είμαι τυχερή και το χαμόγελό μου συναγωνίστηκε τον αστραφτερό, πρωινό ήλιο.

Την Κυριακή το απόγευμα, καθώς χαλάρωνα στο καναπέ μου, με το laptop αγκαλιά, ήρθε να ταράξει τη νιρβάνα μου μια άλλη έκπληξη, μέσω του διαδικτύου. Ένα σχόλιο στο προηγούμενο πόστο μου, από τον αγαπημένο μου Βασιλικό, ένα τηλεφώνημα από έναν άλλον αγαπητό φίλο και λίγο ψάξιμο στο google, με οδήγησαν στη στήλη του κ. Στάθη Τσαγκαρουσιάνου, στην Ελευθεροτυπία του Σαββάτου. Το γεγονός ότι είδα δημοσιευμένο ένα προσωπικό e-mail με τις απόψεις μου, το οποίο είχα στείλει στον κ. Τσαγκαρουσιάνο, με αφορμή το πόστο του με τίτλο H Χούντα των Ασήμαντων, με εξέπληξε μεν ευχάριστα αλλά με έκανε να αισθανθώ αμήχανα. Δεν φανταζόμουν όταν ζήτησε την άδειά μου για τη δημοσιοποίηση του e-mail αυτού, ότι εννοούσε αυτό ακριβώς. Κι έτυχε να μην έχω πάρει εφημερίδα αυτό το Σάββατο αφού με τον παλιόκαιρο προτίμησα να μείνω εκτός Χώρας... Όπως και να έχει, ευχαριστώ και από εδώ τον συμπατριώτη μου για την τιμή που μου έκανε με αυτή τη δημοσιοποίηση και τον ευχαριστώ επίσης για την εύφορη επικοινωνία.

Ευχαριστώ πολύ και το ΡΑΠΟΡΤΟ που ανάρτησε στο site του, αναδημοσίευση του σχετικού άρθρου του κ. Τσαγκαρουσιάνου αλλά ευχαριστώ επίσης τον blogger Κοχύλι , τον ανακάλυψα εχθές μέσα από ένα σχόλιο της συμπατριώτισσσας Mareld -την οποία επίσης δεν γνώριζα. Ο δημιουργός του blog αυτού, αφιέρωσε στη Mareld το e-mail μου, από το προαναφερόμενο άρθρο. Τη θεωρώ, πολύ τρυφερή κίνηση από μέρους του. Όχι φυσικά γιατί το έχω γράψει εγώ! Απλά γιατί όπως κατάλαβα, του φάνηκε καλή ιδέα να της χαρίσει κάτι από τον τόπο της, ακόμα κι αν αυτό ήταν η ηλεκτρονική άποψη μια άγνωστης συμπατριώτισσάς της!

Και πάλι στο ίδιο συμπέρασμα οδηγούμαι: Όσο κι αν μόνος του πορεύεται καθείς μέσα ή έξω του, έχει ανάγκη για συντροφικότητα, για μοίρασμα, για πάρε-δώσε. Τούτο το Σαββατοκύριακο, ήταν σαν να ήρθε, ακριβώς τη στιγμή που το χρειαζόμουν, να μου κάνει επαναληπτικό μάθημα, πάνω στην επικοινωνία μεταξύ των ανθρώπων. Γνωστών ή άγνωστων μεταξύ τους, μακριά ή κοντά. Αρκεί να υπάρχει καλή διάθεση, μάτια, αυτιά και καρδιές ορθάνοιχτα...





Το άρθρο του κ. Στάθη Τσαγκαρουσιάνου, μπορείτε να το δείτε εδώ.

Σάββατο 5 Απριλίου 2008

Γκρίνια...



Που είναι ο ήλιος; Ε; Που είναι; Που είναι ο Έρωτας που στήνει χορό με τον ξανθό Απρίλη, όπως λέει ο ποιητής μας;

Από Δευτέρα λένε οι μετεωρολόγοι θα 'χουμε καλοκαίρι. Με το Σαββατοκύριακο όμως, τι γίνεται; Όλη τη βδομάδα δουλεύουμε, τρέχουμε, αγχωνόμαστε και τούτη η εβδομάδα δεν ήταν εύκολη για το νησί μας! Περιμένουμε μια ηλιόλουστη Κυριακή να μας δώσει ενέργεια. Άλλοι να ξεκουραστούν κι άλλοι να μαζέψουν τα κομμάτια τους. Άλλοι να τινάξουν τα χαλιά κι άλλοι να διασκεδάσουν με τους φίλους τους. Πως θα 'ταν οι ζωές μας χωρίς τα Σαββατοκύριακα; Χάλια!

Βέβαια πάντα υπάρχουν χειρότερα πράγματα στη ζωή από ένα κακοκαιριασμένο Σαββατοκύριακο. Ελπίζω τουλάχιστον, να μην χαλάσει αύριο την ποδηλατοδρομεία δαμαρτυρίας!




Παρασκευή 4 Απριλίου 2008

Μας πήρε και μας σήκωσε ...



στη κυριολεξία!

Αφού οι Ζακυθινοί, μιλάνε για "πρωτοφανές φαινόμενο", μία μόνο εξήγηση μπορεί να δοθεί, για τον ανεμοστρόβιλο που χτύπησε εχθές το Φιόρο του Λεβάντε: το βέτο του Καραμανλή στο Βουκουρέστι.

Μην απορείτε σύντροφοι! Είναι πολύ απλό. Το "ΟΧΙ" της Ελλάδας, προκάλεσε τέτοια σύγχυση στον Μπους που διέταξε αμέσως να ανοίξουν οι ασκοί του Αιόλου (ναι, και τον Αίολο οι Αμερικάνοι τον ελέγχουν). Επειδή η μόνη ελληνική πόλη που γνωρίζει ο Μπους Τζούνιορ, είναι η Αθήνα (διατηρώ μια επιφύλαξη ως προς αυτό), επικοινώνησε με την μικρή του κόρη η οποία είχε επισκεφτεί τα τελευταία χρόνια το νησί μας, μαζί με τον παππού Μπους και κάτι άλλους οικογενειακούς φίλους, οι οποίοι ήταν φιλοξενούμενοι στη θαλαμηγό του κ. Λάτση -θα θυμάστε - και ζήτησε τη βοήθειά της. Εκείνη, επειδή είχε γνωρίσει εδώ έναν ψαρά με τον οποίο, οι φήμες λένε πως υπήρξε κάποιο νεανικό φλερτ, θυμήθηκε αμέσως το όνομα του νησιού μας και αναφώνησε, "Zakyntos dad, Zakynthos!". "Zakynthos!" αναφώνησε και ο Μπους και νάτος ο ανεμοτούρτουλας στο Καλαμάκι.

Το σενάριο επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι αμέσως μετά την έντονη βροχόπτωση, τη χαλαζόπτωση και τον ανεμοστρόβιλο που έπληξαν το νησί, ο ουρανός καθάρισε και βγήκε ένας ήλιος να! Λες και δεν είχε γίνει τίποτα! Αυτά μόνο με τεχνητά μέσα επιτυγχάνονται, να το ξέρετε!


Ακόμα άλλες φήμες λένε, πως αναμένεται εμφάνιση του Τέρατος του Λοχ Νες στις Πρέσπες, μεγάλης έντασης σεισμική δόνηση στο ελληνικό τόξο -γενικώς- επίθεση εκατομμυρίων ακρίδων στο θεσσαλικό κάμπο αλλά και ιδιωτικοποίηση των ΔΕΚΟ. Το Χ.Α.Α. καθώς και το Νομοσχέδιο για το Ασφαλιστικό, δεν προβλέπεται να επηρεαστούν από την μεθοδευμένη επίθεση των Αμερικανών. Άλλωστε "Ανήκομεν εις την Δύσιν".

Όπως όλοι καταλάβαμε, υπάρχει ξένος δάκτυλος...



Επειδή πέρα από την "πολιτική" και παραφιλοσοφική διάσταση των γεγονότων, υπάρχει και η πραγματική κατάσταση, στο blog του αγαπητού
Ατσάραντου , μπορείτε να δείτε video και φωτογραφίες από τον καταστροφικό ανεμοστρόβιλο. Είναι πραγματικά τρομακτικό το ίδιο το φαινόμενο όσο και όλο αυτό που άφησε πίσω του. Καλή δύναμη στους πληγέντες!

Πέμπτη 3 Απριλίου 2008

Ζωή ποδήλατο!


Ομάδες πολιτών από όλη τη Χώρα, οργανώνουν ποδηλατοπορεία διαμαρτυρίας, διεκδικώντας το δικαίωμα τους για καλύτερη ποιότητα ζωής, με λιγότερα αυτοκίνητα και περισσότερα ποδήλατα!

Διεκδικούν ακόμα, την ένταξη του ποδηλάτου στις ελληνικές πόλεις, την ασφαλή μετακίνηση με ποδήλατο, την δημιουργία δικτύου ποδηλατόδρομων και το δικαίωμα μεταφοράς των ποδηλάτων τους, μέσα στα μέσα μαζικής μεταφοράς.

Τα ποδήλατα θα κατακλείσουν τους δρόμους ταυτόχρονα, σε πόλεις και χωριά της Ελλάδας, την Κυριακή 6 Απριλίου, στις 12 το μεσημέρι. Όσοι πιστοί... ποδηλάτες, προσέλθετε!

Περισσότερες πληροφορίες για τα σημεία συνάντησης και διάφορες λεπτομέρειες, μπορείτε να πάρετε από το http://www.podilates.gr/


Στη Ζάκυνθο, η συνάντηση θα γίνει στη πλατεία Σολωμού.

Τετάρτη 2 Απριλίου 2008

On the streets I ran!



Όσοι με ξέρουν από παλιότερα, θα αναρωτιούνται που σε τούτο το σπίτι το εξοχικό, δεν έχω αναφερθεί ακόμα στον λατρεμένο μου Morrissey. Η αλήθεια είναι ότι ήθελα να το κάνω αλλά ήμουν και ψυχομπουκωμένη τελευταία και είπα να μην αυτομαστιγωθώ ξανά, δημοσία θέα.

Τώρα όμως είναι Άνοιξη! Σήμερα μας τα χάλασε λίγο ο καιρός αλλά παραμένει Άνοιξη! Και είναι ωραία. Και θέλω να τρέξω στους αγρούς όπως σε κάτι ρομάντζα τις κακιάς ώρας. Θέλω να ξαπλώσω στο γρασίδι σαν τη Λόρα στο "Μικρό Σπίτι στο Λιβάδι". Θέλω να έρθει ο καλός μου και να μου δώσει ένα φιλί που θα μου κόψει την ανάσα, σαν εκείνα τα κινηματογραφικά. Θέλω να χαζεύω τη θάλασσα και να ακούω αγαπημένες μουσικές.

Θέλω να κάνω βόλτες με το αυτοκίνητο σε όλο το νησί, με παρέα και να ακούμε δυνατά το Greatest Hits του Morrissey. That's how people grow up... με όνειρα κι ελπίδες και κλάματα και βιβλία και θέλω και μουσικές και ανθρώπους και μαυρίλες και απ' όλα!


Κι όταν σκάει και καμιά κατάθλιψη, δική μου όλη κι αυτή. Μέσα στην απραξία μου με βλέπω να χάνομαι σε δρόμους, σε άγνωστα και παράξενα μέρη. Τρέχω να γλιτώσω από Εμένα. Μα ακόμα και τότε δεν θέλω να πεθάνω. Δεν θέλω καθόλου να πεθάνω. Γενικά δεν θέλω κανείς να πεθαίνει. Γίνεται; Όχι. Όμως τώρα είναι Άνοιξη, η εποχή που συμβολίζει την αναγέννηση της φύσης.

Όταν πεθάνω, γιατί ξέρω πλέον πως είναι αναπόφευκτο, αν τύχει και ξαναγεννηθώ, θα 'θελα να γεννηθώ δέντρο. Να αναγεννιέμαι κάθε άνοιξη, να ζήσω μέχρι να βαρεθώ. Θα βαρεθώ;







Oh a working class face glares back

At me from the glass and lurches

Oh forgive me, on the streets I ran

Turned sickness into popular song


Streets of wet black holes

On roads you can never know

You never have been but they always have you

Till the day that you croakIt´s no joke


Oh a working class face glares back

At me from the glass and lurches

Oh forgive me on the streets I ran

Turned sickness into unpopular song


And all these streets can do

Is to claim to know the real you

And warn if you don´t leave you will kill or be killed

Which isn´t very nice

Here everybody´s friendly

But nobody´s friends


Oh dear God, when will I be where I should be

And when the palmist said"One Thursday you will be dead"

I said: "No, not me, this cannot be

Dear God, take him, take them, take anyone

The stillborn

The newborn

The infirm

Take anyone

Take people from Pittsburgh, Pennsylvania Just spare me!"

Τρίτη 1 Απριλίου 2008

Όλα είναι ένα ψέμα!




Πρωταπριλιά, η μέρα του ψεύτη!

Σήμερα δηλαδή, τα ψέματα είναι ελεύθερα για διακίνηση. Ενώ το υπόλοιπο έτος, απαγορεύονται δια ροπάλου. Πείτε όσα θέλετε, χωρίς ενοχές! Η μέρα το επιβάλλει.

Ψέματα μεγάλα ή μικρά. Σοβαρά ή αστεία. Ψέματα γλυκά ή πικρά. Ψέματα στρογγυλά ή τετράγωνα. Ψέματα για κάθε ηλικία. Για κάθε φύλο, για κάθε κοινωνική ομάδα.

Πείτε ψέματα στους γονείς σας, στους συντρόφους σας, στα παιδιά σας, στους εργοδότες σας, στους ψυχολόγους σας, στους φίλους σας, στους δικηγόρους σας, στους λογιστές σας, στου συναδέλφους σας, στον φούρναρη, στον ψιλικατζή, στον μανάβη και μην ξεχάσετε να κρατήσετε το μεγαλύτερο ψέμα, για την πάρτη σας!

Προσοχή: Είναι η μοναδική σας ευκαιρία να ξεγελάσετε τους πάντες! Δεν έχετε πολύ χρόνο ακόμα, η μέρα περνάει! Τρέξτε να διαδώσετε τα ψέματά σας, πριν να 'ναι πολύ αργά. Διαφορετικά, θα πρέπει να περιμένετε ξανά έναν ολόκληρο χρόνο!

Δεν χρειάζεται βέβαια να σας υπενθυμίσω ότι δεν πρέπει να πιστέψετε οτιδήποτε ακούσετε ή δείτε σήμερα! Είναι όλα ψέματα. Και οι τέσσερις τοίχοι του κτιρίου που βρίσκεστε, δεν υπάρχουν, εικονικά είναι όλα. Στην πραγματικότητα είμαστε όλοι στα Φίτζι και απολαμβάνουμε πολύχρωμα κοκτέιλ, σε άνετες αιώρες κάτω από κοκοφοίνικες. Το νου σας μην σας πέσει κάνας καρπός στο κεφάλι!

Today is the day! Η Μέρα Ανεξαρτησίας του Ψέματος. Πείτε τα όλα! Αλλά κάπου στο μυαλό σας να έχετε εκείνη τη λαϊκή σοφία: "ο ψεύτης και ο κλέφτης, τον πρώτο χρόνο χαίρονται" .

Και του χρόνου!