Απέναντί του ο τεράστιος τηλεοπτικός του δέκτης. Πίσω, στο γραφείο, ένα laptop και δύο desktop και διάφορες οθόνες που έδιναν εικόνα από κάμερες από όλα τα σημεία εντός κι εκτός σπιτιού. Οι αγαπημένες του εικόνες ήταν εκείνες που έδινε η κάμερα που κοίταζε στον δρόμο. Χάζευε με τις ώρες τα μηχανοκίνητα που ανεβαικατέβαιναν την ανηφόρα.
Στην κρεβατοκάμαρα κι άλλος τεράστιος τηλεοπτικός δέκτης, home cinema. To θυροτηλέφωνο με οθόνη. Στην κουζίνα, μια μικρή τηλεόραση. Στο μπάνιο μια πιο μεγάλη. Δεν υπήρχε δωμάτιο χωρίς οθόνη. Είχε εμμονή με αυτές. Είχε εμμονή με την εικόνα αλλά τον μάγευε κυρίως, το πως αυτή εμφανίζοταν στο γυαλί. Προτιμούσε το φιλτράρισμα που έκανε το υλικό αντί της γύμνιας που γέμιζε το κενό ανάμεσα στο μάτι του και το αντικείμενο, το πρόσωπο ή το τοπίο στο οποίο εστίαζε.
Το σπίτι του ήταν απλό, λιτό. Μόνο στις οθόνες το παραέκανε. Είχε και διάφορες παιχνιδομηχανές που τις συνέδεε με τις οθόνες του. Οι λιγοστοί του φίλοι έβλεπαν το σπίτι του σαν μικρό παράδεισο. Τους καλούσε για να παίξουν κάποιο παιχνίδι, να δουν έναν αγώνα, κάποια ταινία με τη συνοδεία αύθονης μπύρας και πίτσας, από την πιτσαρία παρακάτω.
Παρότι είχε καταφέρει να κάνει αυτό που ήθελε στη ζωή του, να εργάζεται δηλαδή στο σπίτι, στον υπολογιστή του και να έχει γύρω του πολλές όμορφες οθόνες, υψηλής ευκρίνιας, ένοιωθε τελευταία πως κάτι του έλειπε. Ήθελε να πειραματιστεί, να δοκιμάσει κι άλλα πράγματα πάντα όμως σε σχέση με αυτές.
Μια μέρα δοκίμασε να δει όλα τα επεισόδια του Prison Break σε DVD χωρίς να κοιμηθεί. Άντεξε 32 ώρες, χωρίς ύπνο μόνο με την εικόνα. Μετά κοιμήθηκε μια ολόκληρη μέρα κι είδε όνειρο πως ήταν πλέον κι αυτός ένας φυλακισμένος που προσπαθούσε με διάφορους τρόπους να δραπετεύσει.
Καλό ήταν αλλά ήθελε και κάτι παραπάνω. Να δοκιμάσει τις αντοχές του, τα όριά του. Να ξεντώσει το μπορώ του για να δει μέχρι που θα μπορούσε να φτάσει. Αν γινόταν κάπου πιο μακριά από ότι γνώριζε, να φτάσει.
Προμηθεύτηκε αλκοόλ. Σε διάφορες μορφές και ποιότητες. Κατανάλωσε πολύ. Γύριζε από δωμάτιο σε δωμάτιο και κοίταζε τις οθόνες. Η κάθε μια του έδινε άλλη εικόνα. Καμία δεν κατάφερε να δώσει στον εγκέφαλό του το κάτι παραπάνω που ζητούσε.
Δοκίμασε διάφορα πράγματα, με φίλους ή μόνος. Δοκίμασε και να καπνίσει κάνναβη. Δεν κατάφερε τίποτα παραπάνω από το να γελάσει με τους κακομοίρηδες των τηλεοπτικών παραθύρων και να κοιμηθεί με τα ρούχα στον καναπέ.
Οργάνωσε κι ένα σεξουαλικό όργιο, το τράβηξε με την κάμερα και μετά το πρόβαλε στην γιγαντοοθόνη του. Του άρεσε που συμμετείχε ωστόσο δεν του προξενούσε τίποτα το φοβερό, το ακραίο, όταν το έβλεπε ξανά. Δεν ήταν αυτό που ερέθιζε τον εγκέφαλό του, με έναν εντελώς νέο τρόπο που θα κατάφερνε να τον εντυπωσιάσει και να προσμετρηθεί ως μια εντελώς νέα, πρωτόγνωρη εμπειρία.
Ήταν σχεδόν πεπεισμένος πως τίποτα δεν θα μπορούσε να τον κάνει να ανακαλύψει τα όριά του, όταν σκέφτηκε να δοκιμάσει το LSD. Είχε διαβάσει ένα σχετικό άρθρο στο διαδίκτυο και ήξερε θεωρητικά, πως είναι παραισθισιογόνο. Είχε την περιέργεια να δει πως θα αντιδρούσε ένας εγκέφαλος επηρεασμένος από ουσία, μπροστά σε τόσες οθόνες.
Το οργάνωσε καλά. Βρήκε τον κατάλληλο άνθρωπο που θα του έβρισκε την ουσία. Αυτός που μόλις πριν λίγο τον είχε ενημερώσει πως ήταν έτοιμος για την παράδοση. Είχε καλέσει φίλους που ήξερε πως θα ήθελαν να το δοκιμάσουν μαζί του, μιας και φοβόταν να το επιχειρήσει μόνος του. Και είχε φτιάξει ένα DVD με αγαπημένα videoclip της παρέας. Η επιλογή των τραγουδιών είχε γίνει με μεγάλη προσοχή και ήταν όλα από συναυλίες.
Τη νύχτα που ήταν όλα έτοιμα για το ιδιότυπο αυτό πείραμα, όλες οι κάμερες κατέγραφαν τους εσωτερικούς χώρους του σπιτιού. Ακόμα και το μπάνιο. Δεν ήθελε να του ξεφύγει ούτε μια εικόνα! Το σπίτι πεντακάθαρο και εξοπλισμένο με ότι χρειαζόταν μια παρέα 30ρηδων για να περάσει καλά.
Ήρθαν οι φίλοι, έβαλαν ποτά και άραξαν στους άνετους καναπέδες. Έξι άτομα η παρέα. Τα "μαγικά χαρτάκια" τοποθετημένα πάνω στο τετράγωνο, γυάλινο τραπέζι τους περίμεναν. Τα μισά είχαν τυπωμένα επάνω έναν χοντρό γάτο με μαλλιαρή ουρά και τα έλεγαν Fat Freddy και τα άλλα μισά, έναν ποδηλάτη, τον κ. Hoffman, πατέρα του LSD.
Κανείς πριν δεν είχε δοκιμάσει κάτι τέτοιο. Οι πιο τολμηροί έβαλαν ολόκληρο το χαρτάκι στη γλώσσα τους και το έγλειφαν ανυπόμονα, ρωτώντας με αγωνία "πότε θα μου σκάσει;" ενώ οι λιγότερο τολμηροί, πήραν το μισό "και βλέπουμε". Εκείνος φυσικά άνηκε στην πρώτη ομάδα. Ποτέ δεν του άρεσαν άλλωστε, οι μισές δουλειές!
Μετά από μισή ώρα περίπου, άρχισαν να σκάνε τα πρώτα βεγγαλικά μέσα στο κεφάλι του. Του άρεσε, ένοιωθε όμορφα. Ωστόσο, τίποτα το αξιοπερίεργο ακόμα, τίποτα το ιδιαίτερο από όσο φυσικά, ήταν σε θέση να καταλάβει. Βυθίστηκε στον καναπέ και πάλι, μόνο που τώρα νόμιζε πως ήταν το άνετο στόμα ενός τεράστιου θηλαστικού που απλά τον φιλοξενούσε. Τη μύτη του άρχισε να την γαργαλάει κάτι τριχωτό και μαλακό. Σε λίγο κατάλαβε πως ήταν η ουρά του Fat Freddy. Ο ίδιος ο γάτος δεν φαινόταν πουθενά αλλά καθόλου παράδοξο δεν του φάνηκε που τον γαργαλούσε η ουρά του.
Στην οθόνη οι Massive Attack, από τη συναυλία τους στο Βερολίνο το 1992. Η μουσική άρχισε σιγά σιγά να εισχωρεί μέσα του. Έμπαινε από παντού. Από τα αυτιά, τα μάτια, το στόμα και τη μύτη. Έμπαινε ακόμα και από τους ορθάνοιχτους πόρους του δέρματός του. Ούτε πως κατάλαβε πως έφυγε από το στόμα που καθόταν κι έγινε πλήκτρο κάτω από τα δάχτυλα του μουσικού. Πολύ γρήγορα έγινε χορδή βιολιού κι αμέσως μετά ένα ψηλό Λα που βγήκε άνετα από το λάρυγγα της Shara Nelson που εκείνη τη στιγμή τραγουδούσε το Unfinished Sympathy, για να μπει κατευθείαν στο μικρόφωνο και να βγει από τα δεκάδες ηχεία του συναυλιακού χώρου, σπασμένος σε χιλιάδες μικρά κομμάτια. Το καθένα από μόνο του ήταν αυτός και όλα μαζί πάλι αυτός. Μπορούσαν όμως να υπάρχουν ανεξάρτητα.
Σ' εκείνο το σημείο κάτι μέσα στον τεμαχισμένο του εγκέφαλο του έδωσε να καταλάβει πως αυτό ακριβώς ήταν ό, τι γύρευε τόσο καιρό κι ένοιωθε την απόλυτη ευτυχία καθώς επιτέλους είχε καταφέρει να το βρει! Με την υπόλοιπη παρέα, είχε χάσει κάθε επαφή εδώ και ώρα. Κάποια στιγμή του φάνηκε πως τους είδες μες στο πλήθος, εκστασιασμένους να χορεύουν. Δεν ήταν και πολύ σίγουρος αλλά δεν τον ενδιέφερε να μάθει.
Πέρασαν ώρες, μέρες. Ζούσε πλέον μέσα στις οθόνες του. Άρχισε να βλέπει την εικόνα ανάποδα. Από μέσα προς τα έξω. Έβλεπε τον καναπέ του, απέναντι άδειο. Το άνετο κρεβάτι του, στρωμένο. Την οβάλ μπανιέρα που είχε λίγο επιθυμήσει μέσα της να βυθιστεί και να γεμίσει σαπουνάδες. Μάταια. Δεν μπορούσε να βρει τρόπο να βγει μέσα από την οθόνη. Ήταν αδύνατον να βρει τον δρόμο του γυρισμού. Έπρεπε να το πάρει απόφαση πως πάντα εκεί μέσα θα ζούσε κι ας είχε αρχίσει να κουράζεται πλέον, ταξιδεύοντας σε χίλια κομμάτια από συναυλία σε συναυλία και από ήχο σε ήχο.
Κανείς δεν ξέρει αν τα κατάφερε, έστω για μια στιγμή, να βγει από την παραίσθησή του. Οι φίλοι του, τυχεροί, το άλλο πρωί τον άφησαν κι έφυγαν, είχαν πλέον επιστρέψει στη φυσιολογική κατάσταση. Βέβαια, διαφορετικοί μετά από αυτή την εμπειρία. Πίστεψαν πως θα συνέλθει. Πέρασαν μετά από μέρες και δεν τους άνοιξε. Κάποιος είχε κλειδί. Τον βρήκαν στην ίδια θέση που τον είχαν αφήσει, στον καναπέ, με μάτια καρφωμένα στην οθόνη που έπαιζε ξανά και ξανά το dvd με τις συναυλίες. Δεν αντιδρούσε σε ό,τι κι αν του έλεγαν ή του έκαναν.
Δεν ήξεραν τι να κάνουν. Υπήρχε και ο φόβος για τίποτα μπλεξίματα με την αστυνομία, αν έλεγαν την αλήθεια. Σκέφτηκαν να τον πάνε στο νοσοκομείο, να τον αφήσουν απέξω και να φύγουν μα εκεί που το κουβέντιαζαν, τον είδαν στην οθόνη, χίλια κομμάτια να τους χαμογελά κι έτσι, αποφάσισαν να τον αφήσουν στην ησυχία του. Σίγουροι πως ο φίλος τους, ήταν καλά και ασφαλής, μέσα στην γιγαντοοθόνη του.