Για τον Νιόνιο Μ.Κ.
Ο Τζώρτζης δεν τα 'παιρνε τα γράμματα. Ετέλειωσε όπως - όπως το δημοτικό και μετά, ο πατέρας του του έκαμε ένα κοπάδι γαλόπουλα. Θα τα μεγάλωνε μέχρι τα Χριστούγεννα οπότε και θα τα μοσχοπούλαγε, γιατί γιορτάδες μέρες όλα τα σπίτια κάνουν ένα αυγολέμονο!
Κάθε πρωί το Τζώρτζης έβοσκε τα γαλόπουλα. "Γλου-γλου-γλου" τα έκραζε κι εκείνα ούτε βήμα δεν εξεφεύγανε, από την πορεία που τους χάραζε ο νέος. Τα έβαζε μες στα λιοστάσια τα πατρογονικά του κι όλη μέρα τσιμπολογούσαν χορταράκια κι ελιές πεσμένες χάμου. Τ' αγάπαγε ο Τζώρτζης τα γαλόπουλά του. Αγάπαγε κι όλα τα ζώα που ήξερε. Κι ένα σκυλί τυφλό, που είχε ο νόνος του κι εκειό το αγάπαγε και το φρόντιζε.
Απ' όλο το κοπάδι του, εξεχώριζε μια γαλοπούλα που 'χε στραβή φτερούγα. Μικρή όταν ήταν της είχε πιαστεί σ' ένα σύρμα και της έσπασε, μετά εκόλλησε λάθος κι έτσι έμεινε, κουτσοφτέρουγη. Της είχε βγάλει κι όνομα, Ανθία τηνε φώναζε. Πολλές φορές την έπαιρνε στο κρεβάτι του -κρυφά από τους γονέους του- και κοιμότανε αγκαλιά με δαύτηνε.
Κι επέρναγε ο καιρός και τα γαλόπουλα του Τζώρτζη εμεγαλώνανε, εθεριεύανε. Εμπήκε κι ο Δεκέμβρης και πλησιάσανε οι γιορτές. Θε να 'τανε εκεί κοντά στου Αγίου, 17 του μηνού, όταν ο πατέρας του Τζώρτζη μαζί με τον νόνο του αποφάσισαν ότι ήταν καιρός να σφαχτούνε οι γαλοπούλες και να πουληθούνε. Ο Τζώρτζης εχόλιασε μα δεν μπορούσε να κάμει διαφορετικά, ήξερε ότι μ' εφτά τα λεφτά θα κάνανε γιορτάδες και θα περισσεύανε κιόλας. Το μόνο που εσκέφτηκε ήταν να κρύψει την Ανθία, να μην τηνε βρούνε, να γλιτώσει το μαχαίρι.
Ο νόνος του όμως, ήξερε πως τα γαλόπουλα ήταν 30 ακριβώς κι όταν στο μέτρημα του βγήκανε 29 εθύμωσε και τα έβαλε με τον μικρό. Τον είχε δει που κρυφά μπαινόβγαζε την Ανθία στο σπίτι. Τον απείλησε πως αν δεν την φανέρωνε, νηστικός θα έμενε τα Χριστούγεννα και ούτε ζευγάρι κάλτσες δεν θα έβλεπε ούλη τη χρονιά. Ο Τζώρτζης παρακολουθούσε τον πατέρα κι τον νόνο που εσφάζανε τις γαλοπούλες, άκουγε και τις φωνές τους και τόσο επείσμωνε και δεν φανέρωνε την αγαπημένη του γαλοπούλα. Καθόλου δεν τον ένοιαζε αν εκαθότανε νηστικός, ούτε για τις κάλτσες τον ένοιαζε. Μόνο την Ανθία να μην του πειράζανε!
Σ' ένα καιρό καθώς ο νόνος εξεπουπούλιαζε με ορμή, νάσου πετιέται η Ανθία. Ο Τζώρτζης την είχε κρυμμένη στο κατώι αλλά φαίνεται πως εφτούνη με κάποιο τρόπο εξέφυγε κι ήρθε να τον αναζητήσει. Που να 'ξερε η δόλια τι την περίμενε! Πριν προλάβει να κουνιστεί ο Τζώρτζης, ο νόνος την άρπαξε από το λαιμό και της ξερίζωσε το κεφάλι. Ίσα που κούνησε λίγο τα πόδια της και τέλειωσε μπροστά στα δακρυσμένα μάτια του.
Από την ίδια στιγμή ο Τζώρτζης, έπεσε να πεθάνει. Σαράντα πυρετό είχε δεκαπέντε ολόκληρα μερόνυχτα. Μείτε Χριστούγεννα μείτε Πρωτοχρονιά είδε. Μόνο ίδρωνε και ξεΐδρωνε και μες στο παραλήρημά του εφώναζε τση Ανθίας. Ο νόνος του, ξημέρωμα Φωτώνε επέθανε και την ίδια μέρα εσηκώθηκε ο Τζώρτζης από το κρεβάτι. Είχε γιάνει...
Κάθε πρωί το Τζώρτζης έβοσκε τα γαλόπουλα. "Γλου-γλου-γλου" τα έκραζε κι εκείνα ούτε βήμα δεν εξεφεύγανε, από την πορεία που τους χάραζε ο νέος. Τα έβαζε μες στα λιοστάσια τα πατρογονικά του κι όλη μέρα τσιμπολογούσαν χορταράκια κι ελιές πεσμένες χάμου. Τ' αγάπαγε ο Τζώρτζης τα γαλόπουλά του. Αγάπαγε κι όλα τα ζώα που ήξερε. Κι ένα σκυλί τυφλό, που είχε ο νόνος του κι εκειό το αγάπαγε και το φρόντιζε.
Απ' όλο το κοπάδι του, εξεχώριζε μια γαλοπούλα που 'χε στραβή φτερούγα. Μικρή όταν ήταν της είχε πιαστεί σ' ένα σύρμα και της έσπασε, μετά εκόλλησε λάθος κι έτσι έμεινε, κουτσοφτέρουγη. Της είχε βγάλει κι όνομα, Ανθία τηνε φώναζε. Πολλές φορές την έπαιρνε στο κρεβάτι του -κρυφά από τους γονέους του- και κοιμότανε αγκαλιά με δαύτηνε.
Κι επέρναγε ο καιρός και τα γαλόπουλα του Τζώρτζη εμεγαλώνανε, εθεριεύανε. Εμπήκε κι ο Δεκέμβρης και πλησιάσανε οι γιορτές. Θε να 'τανε εκεί κοντά στου Αγίου, 17 του μηνού, όταν ο πατέρας του Τζώρτζη μαζί με τον νόνο του αποφάσισαν ότι ήταν καιρός να σφαχτούνε οι γαλοπούλες και να πουληθούνε. Ο Τζώρτζης εχόλιασε μα δεν μπορούσε να κάμει διαφορετικά, ήξερε ότι μ' εφτά τα λεφτά θα κάνανε γιορτάδες και θα περισσεύανε κιόλας. Το μόνο που εσκέφτηκε ήταν να κρύψει την Ανθία, να μην τηνε βρούνε, να γλιτώσει το μαχαίρι.
Ο νόνος του όμως, ήξερε πως τα γαλόπουλα ήταν 30 ακριβώς κι όταν στο μέτρημα του βγήκανε 29 εθύμωσε και τα έβαλε με τον μικρό. Τον είχε δει που κρυφά μπαινόβγαζε την Ανθία στο σπίτι. Τον απείλησε πως αν δεν την φανέρωνε, νηστικός θα έμενε τα Χριστούγεννα και ούτε ζευγάρι κάλτσες δεν θα έβλεπε ούλη τη χρονιά. Ο Τζώρτζης παρακολουθούσε τον πατέρα κι τον νόνο που εσφάζανε τις γαλοπούλες, άκουγε και τις φωνές τους και τόσο επείσμωνε και δεν φανέρωνε την αγαπημένη του γαλοπούλα. Καθόλου δεν τον ένοιαζε αν εκαθότανε νηστικός, ούτε για τις κάλτσες τον ένοιαζε. Μόνο την Ανθία να μην του πειράζανε!
Σ' ένα καιρό καθώς ο νόνος εξεπουπούλιαζε με ορμή, νάσου πετιέται η Ανθία. Ο Τζώρτζης την είχε κρυμμένη στο κατώι αλλά φαίνεται πως εφτούνη με κάποιο τρόπο εξέφυγε κι ήρθε να τον αναζητήσει. Που να 'ξερε η δόλια τι την περίμενε! Πριν προλάβει να κουνιστεί ο Τζώρτζης, ο νόνος την άρπαξε από το λαιμό και της ξερίζωσε το κεφάλι. Ίσα που κούνησε λίγο τα πόδια της και τέλειωσε μπροστά στα δακρυσμένα μάτια του.
Από την ίδια στιγμή ο Τζώρτζης, έπεσε να πεθάνει. Σαράντα πυρετό είχε δεκαπέντε ολόκληρα μερόνυχτα. Μείτε Χριστούγεννα μείτε Πρωτοχρονιά είδε. Μόνο ίδρωνε και ξεΐδρωνε και μες στο παραλήρημά του εφώναζε τση Ανθίας. Ο νόνος του, ξημέρωμα Φωτώνε επέθανε και την ίδια μέρα εσηκώθηκε ο Τζώρτζης από το κρεβάτι. Είχε γιάνει...
10 σχόλια:
Δεν ηξερα ότι η λαική ρήση "ο θάνατός σου ζωή μου" συνδέεται με τη θλιβερή ιστορία μιας παχουλής γαλοπούλας. Μόνο σε διαίσθηση μπορώ λοιπόν να αποδώσω το γεγονός ότι δεν συγκαταλέγομαι στους λάτρεις της γεύσης του εν λόγω πτηνού...
Μας έφτιαξες πάλι Χριστουγεννιάτικα! Ντάνα είσαι ανεξάντλητη.
Καλή χρονιά και του χρόνου με υγεία και φευγάτες αναρτήσεις σου εύχομαι!
xronia polla kai kala !!!!
Χωραΐτη, ούτε κι εγώ συμπαθώ τη γεύση της γαλοπούλας αλλά ομολογώ πως κάνει καλό αυγολέμονο...
Χίλια ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια.
Να 'χουμε υγεία ούλοι μας!
lust for life, χρόνια καλά, υγεία και κάνα ευρώ ώστε να διατηρούμε την υγεία μας...
;)
Χρόνια πολλά κυρά μου.Ωραίο και το γαλοπουλοφωτιστικό.Να ᾽χεις την υγεία σου.Σ᾽ευχαριστούμε καλή συνέχεια.
διαβαζω το κειμενο κ γελαω λεμεεεεεεεεεεεεεεεεε,,,αυτα κ καλα κρασια,,,εεεε χρονια καλα ενοω ηθελα να πω:)
παρεπιπτωντως κ ασχετο αλλα ψηνω κοκορετσι:)μουαχαχεχα χα
Μπάμπη τζόγια μου, να 'χεις την υγειά σου κι εσύ και να χαίρεσαι τσι δικούς σου!
Ευχαριστώ για τα πάντα καλά σου λόγια.
Το φωτιστικό μου άρεσε κι εμένανε πολύ!
Τζώρτζη, θα μπορούσες να είσαι ο Τζώρτζης της ιστορίας. Ξέρω ότι είσαι ευαίσθητο παιδί κι ας παλεύεις να δείχνεις το αντίθετο.
Καλοφάγωτο το κοκορέτσι και βίβες!
Φιλιά!
η ιστορια που λες,,,θα μπορουσε ανετα να ειναι η βιογραφεια μου:(,,,στο χω ξαναπει οτι τα ποιο ευαισθητα ατομα την πατανε,,,συνεχιζω ντανα,,,συνεχιζω,,χωρις πολη τεχνη(με πετυχες ον λαιν),,,ναι αυτη η ευαισθησια θα με φαει,,,μεχρι κ το κοκορετσι εκαψα...γραφεις πανεμορφα φορες στο εχω ξαναπει!κ η μονη μας διαφορα ειναι οτι δεν εχουμε "γνωστο"επονυμο...ενιγουει,,,μερα μπλογκοφιλοσοφιας τωρα,,,κανω,αντε ξανα χρονια καλα:)υσ1αν βλεπεις λιγο πικρα αφορα πρωσωπικες μου καταστασεις κ προβληματα:)
Τι θες να πιεις Τζώρτζη; Γράφω πανέμορφα φορές;;; Και τις υπόλοιπες;;; Εγώ πάντα γράφω πανέμορφα! :Ρ
Καλά σοβαρεύομαι, ευαίσθητε θεόμουρλε. Ξέρεις βέβαια πως αν δεν είναι ευαίσθητος κανείς, δεν μπορεί να είναι και μουρλός. Αυτά πάνε πακέτο.
Άσε τις καταστάσεις και τα προβλήματα. Αυτά υπήρχαν, υπάρχουν και θα υπάρχουν. Κοίτα να ζωγραφίσεις μια βάρκα και μια στεριά. Να πάει η βάρκα να δέσει κι εκεί στη στεριά, να στήσεις καμβά και να ζωγραφίσεις το υπόλοιπο έργο.
Σε φιλώ!
Δημοσίευση σχολίου